Γράφει ο Εμμανουήλ Βλαχογιάννης
Είναι προφανώς κοινότοπο να λεχθεί ότι οι διεθνείς οικονομικές σχέσεις επηρεάζουν και επηρεάζονται από τη γεωπολιτική και τις επιδιώξεις των κρατικών οντοτήτων.
Όμως για να κατανοηθούν πληρέστερα οι μορφές και η δυναμική των αλληλεπιδράσεων που χαρακτηρίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις των δύο αυτών σημαντικών σφαιρών της ανθρώπινης κατάστασης -της Αγοράς με τις απολήξεις της στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις και του Κράτους με τις απολήξεις του στη γεωπολιτική- είναι χρήσιμο και απαραίτητο να γίνει αντιληπτό ότι οι οργανωτικές αρχές που προκύπτουν από τις αναδυόμενες (emergent) ιδιότητες στις δύο αυτές σφαίρες είναι ριζικά διαφορετικές. Στην μεν Αγορά δεσπόζει η οργανωτική αρχή της Ανταλλαγής, στο δε Κράτος η οργανωτική αρχή της Επιβολής. Πρέπει ωστόσο να παραδεχθούμε ότι οι δύο αυτές σφαίρες συνιστούν ιδεατοτυπικές μορφολογικές κατασκευές στην ορολογία του Max Weber και ότι στην πραγματική ζωή και στην εξέλιξη του Πολιτισμού παρατηρούνται μόνο μικτές μορφές διαφόρων αποχρώσεων.
Η μεν Αγορά χρειάζεται το Κράτος για την επιβολή του Δικαίου, ενός συνόλου διευθετήσεων και ρυθμίσεων που κατατείνουν στην παραγωγή των
λεγόμενων αυθεντικών, ενίοτε δε και λιγότερο αυθεντικών, συλλογικών αγαθών. Δίχως τη δύναμη επιβολής του Κράτους η Αγορά θα παρέλυε και σε κάθε
περίπτωση δεν θα λειτουργούσε αποτελεσματικά γιατί το θεμέλιο για την πραγματοποίηση ασφαλών ανταλλαγών δεν θα υφίστατο και ο κόσμος θα διολίσθαινε στην κατά Thomas Hobbes φυσική κατάσταση. Η άτακτη δήλωση και αρπαγή των αναγκαίων για την επιβίωση και προκοπή του ανθρώπινου είδους πόρων θα αποτελούσε τον κανόνα της περαιτέρω εξέλιξης που θα οδηγούσε ασφαλώς στη συρρίκνωση του πληθυσμού των ανθρώπων στον πλανήτη μας και πιθανότατα στη μελλοντική πλήρη εξαφάνισή του. Μια εικόνα του τι μπορεί να συμβεί μας παρέχουν σήμερα τα λεγόμενα failed states.
Από την άλλη πλευρά το Κράτος χρειάζεται την Αγορά, και μάλιστα την εύρυθμη και λειτουργική της ανάπτυξη στον χρόνο, γιατί έτσι μόνο μπορεί να αντλεί με βιώσιμο τρόπο τους απαραίτητους πόρους για την άσκηση της επιβολής του. Το Κράτος σε κάθε περίπτωση, υπό οποιαδήποτε μορφή πολιτειακής συγκρότησης και καθεστώτος συνιστά ένα ιεραρχικό δίκτυο, που καθοδηγείται και υπηρετείται από φυσικά πρόσωπα που ασκούν εξουσία, που χρειάζονται παραγόμενους πόρους για την κάλυψη των διευρυνόμενων αναγκών τους και για την παραγωγή των μέσων επιβολής. Το Κράτος που αποκλείει την Αγορά οδηγείται σε οργανωμένη δήλωση και αρπαγή των απαραίτητων για την αναπαραγωγή του πόρων και συνακόλουθα στην αφαίρεση του δυναμισμού της κοινωνίας που την δυναστεύει πια αντί να την υπηρετεί. Η συνέχεια έπεται με την εξασθένιση, τη διάρρηξη και την κατάρρευση, τα δε ιστορικά παραδείγματα αφθονούν, είτε για παράδειγμα αναφερόμαστε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είτε στη Σοβιετική Ένωση.
Από τη σύντομη και τον λόγο αυτό ελλειπτική επισκόπηση μπορούμε να αντλήσουμε έστω και αδρομερώς κάποια συμπεράσματα για την αξιολόγηση της πορείας των Διεθνών Σχέσεων και για τις κρίσιμες επιπτώσεις τους στα υπαρξιακά πια ερωτήματα του Πολέμου ή της Ειρήνης. Ο Norman Angell υποστήριζε εκδίδοντας το περίφημο σύγγραμμά του, The Great Illusion, το 1911, ότι το υψηλό κόστος του πολέμου θα καθιστούσε μάταιη τη διεξαγωγή του ως μέσου επίλυσης διαφορών και ότι η διεύρυνση του πλέγματος των διεθνών οικονομικών σχέσεων που κατέληγε σε αυξανόμενη αλληλεξάρτηση των χωρών θα μετρίαζε τα κίνητρα για την ανάληψη πολεμικής δράσης. Τρία χρόνια αργότερα διαψεύσθηκε οικτρά με την έκρηξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, οι ιδέες του όμως για την προσπάθεια δημιουργίας ενός συστήματος Διεθνούς Δικαίου και Δικαιοδοσίας επιβίωσαν και μάλιστα ενισχύθηκαν από τη φρίκη, τις τερατώδεις απώλειες ζωών και των οικονομικών καταστροφών που προκάλεσε ο πόλεμος.
Όμως και η θεωρία και η ιστορική εμπειρία καταδεικνύουν ότι το υπό οποιαδήποτε μορφή θεσπισμένο Διεθνές Δίκαιο αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση μια μορφή ηθικής παρότρυνσης προς τα κράτη, καταντά δε πλήρως κενό περιεχομένου όταν τα κράτη εφαρμόζοντας την οικεία για αυτά αρχή της
Επιβολής, που διέπει την οργάνωσή τους, έξω από την επικράτειά τους αναλαμβάνουν πολεμική δράση. Είναι καλοδεχούμενη η οργανωμένη προσπάθεια αποτροπής, που όπως υποστήριξα σε προηγούμενο άρθρο σ' έναν πολυπολικό κόσμο υπηρετείται με μια πολιτική ισορροπίας των δυνάμεων, αλλά πάντως όχι, ή τουλάχιστον όχι μόνον, με την επίκληση ηθικής υπεροχής αξιών, πολύ δε περισσότερο με τη φαντασίωση επικράτησης οικουμενικών αξιών. Φαίνεται όμως ότι η Ευρώπη συγχέει ασυγχώρητα τον ιδεαλισμό που παράγει η σκέψη του Angell με τον απαραίτητο για τις σημερινές συνθήκες ρεαλισμό.
Εξάλλου και ο πόλεμος και η αποτροπή του απαιτούν τεράστιους πόρους και συνεπάγονται σημαντικότατες κοινωνικές συνέπειες. Για παράδειγμα το ύψος των πολεμικών δαπανών στις ΗΠΑ διαμορφώθηκε κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο σε ιλιγγιώδη επίπεδα, η χρηματοδότηση των οποίων στηρίχθηκε σε έκδοση πολεμικών ομολογιών και σε υψηλή φορολόγηση των εισοδημάτων με τη θέσπιση ανώτατου οριακού φορολογικού συντελεστή ύψους 90%, ενώ καταλύθηκε μερικά η Αγορά με την υιοθέτηση συστήματος κεντρικά διευθυνόμενης οικονομίας. Η χρηματοδότηση των πολεμικών δαπανών της Γερμανίας με έκδοση δημόσιου χρέους συνέβαλε στην έκρηξη του υπερπληθωρισμού τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, γεγονός που συνετέλεσε στη συντριβή της μεσαίας τάξης και στην εμφάνιση του ναζισμού. Αποφεύγοντας αυτήν την τακτική στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Γερμανία προχώρησε σε εκτεταμένες λεηλασίες των κατεχόμενων εδαφών, ενώ από πολλούς ιστορικούς διακρίνεται εδώ ένα πρόσθετο κίνητρο για την εξόντωση των Εβραίων.
Μας ενδιαφέρει το σήμερα αλλά και η πιθανολογούμενη διαδρομή στο μέλλον. Η διεθνής οικονομία συνιστά τη μεγάλη εικόνα που επηρεάζει καθοριστικότατα πια τις ζωές όλων μας. Αναδύονται νέα κέντρα τεχνολογίας και καινοτομιών που προσδίδουν στις χώρες όπου αυτά αναπτύσσονται οικονομική ανταγωνιστικότητα και εθνική ισχύ. Δίχως μια στρατηγική ισορροπίας των δυνάμεων αλλά και ενεργό διπλωματία που δεν θα αυτοπαγιδεύεται σε αδιέξοδα, όπως συνέβη κατά την κρίση του Ιουλίου του 1914, ο κόσμος κάλλιστα μπορεί να διολισθήσει σε μια κατάσταση παρόμοια με τη φυσική κατά Thomas Hobbes. Η ενεργός διπλωματία για την εμπέδωση της ειρήνης, για να είναι αξιόπιστη πρέπει να εδράζεται σε μέσα αποτροπής. Αυτά στοιχίζουν σε πόρους και σε πίεση στους δημόσιους προϋπολογισμούς και συνακόλουθα στο δημόσιο χρέος. Η στρατηγική της ισορροπίας δυνάμεων για την εμπέδωση της ειρήνης απαιτεί παραγωγικότερες και ανταγωνιστικότερες οικονομίες για να μην περιπέσει στην παγίδα του Δημόσιου Χρέους και στην απώλεια της αξιοπιστίας της ενεργούς διπλωματίας.
Αυτό συνιστά δυστυχώς το πικρό μάθημα της τρέχουσας κρίσης με την κορύφωση του Ουκρανικού πολέμου. Δεν μπορεί να χρηματοδοτείται εσαεί το τέλμα ενός αδιέξοδου πολέμου με απίστευτες ανθρώπινες τραγωδίες, υψηλό φόρο αίματος και οικονομικές καταστροφές. Για την ηθικότητα του επιχειρήματος για τον τερματισμό του πολέμου αρκεί να σημειωθεί ότι οι οικονομίες οικοδομούνται εκ νέου, ενώ οι πεσόντες στα πεδία των μαχών δεν επανέρχονται στη ζωή. Ευθαρσώς, αν και με απύθμενη ωμότητα και κυνισμό, οι ΗΠΑ δια του προέδρου Τραμπ, ομολογούν ότι δεν είναι σε θέση να κάνουν αυτό που έκαναν στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, να επαναλάβουν τη γιγαντιαία εθνική προσπάθεια, που κατέστη αποτελεσματικότερη λόγω της αδιαμφισβήτητης τότε βιομηχανικής, τεχνολογικής και επιστημονικής υπεροχής τους και να νικήσουν σ' αυτό. Ποια είναι τα μέσα και η ηθική των σημερινών Ευρωπαϊκών ηγεσιών; Η Ουκρανία στον ηρωικό και δυστυχώς γι΄αυτούς ατελέσφορο πόλεμο που οδηγεί στον όλεθρο και η Ευρώπη στην άνετη πολυθρόνα της αυταρέσκειας με την επίκληση της ηθικής υπεροχής της Δημοκρατίας και των Ευρωπαϊκών Αξιών και ταυτόχρονα στην επαιτεία παροχής ασφάλειας από τις ΗΠΑ;
Φαίνεται επομένως ότι οι Ευρωπαϊκές ηγεσίες αστοχούν στο να διαβάσουν καλά τον σημερινό κόσμο και να βρουν τον κατάλληλο και σχετικά ασφαλή βηματισμό.
*Ο κ. Εμμανουήλ Βλαχογιάννης είναι επιχειρηματίας στον κλάδο του Εμπορίου και επίτιμος πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ) με σπουδές στις Οικονομικές Επιστήμες και τη Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Ρουρ - Μπόχουμ της Γερμανίας, καθώς και μεταπτυχιακές σπουδές στην Επιχειρησιακή Έρευνα στην Ανώτατη Τεχνική Σχολή της περιοχής Ρήνου-Βεστφαλίας.
