Είδαμε το «Adolescence»: Και τώρα τι κάνουμε;

Χωρίς Διαφημίσεις
0
Συγγραφέας - Εμφάνιση στην Αρχική
1
Body

Η βρετανική σειρά «Adolescence» («Εφηβεία»), που σαρώνει σε θετικές κριτικές και για την οποία χιλιάδες λέξεις έχουν γραφεί και θα συνεχίσουν να γράφονται, είναι επιτυχημένη για πολλούς λόγους. Μία απλή αναζήτηση να κάνεις στο διαδίκτυο, θα βρεις τους λόγους. Καλύτερα όμως είναι να τη δεις.

Διότι πολλοί άνθρωποι συνηθίζουν να πιστεύουν πως όλα τα φρικτά που μπορεί να συμβούν, αυτά που δεν τους αρέσουν ή δεν είναι σύμφωνα με τη δική τους ανάγνωση του κόσμου,θα συμβούν σε άλλους και όχι στους ίδιους.

Αν, ας πούμε, πιστεύουμε πως μεγαλώνουμε σωστά τα παιδιά μας, δηλαδή σύμφωνα με τις δικές μας αρχές, το δικόμας πνευματικό και γνωστικό φορτίο, σύμφωνα με τα δικά μας στερεότυπα, και ξαφνικά βρεθούμε αντιμέτωποι με μία αποκάλυψη, πως αυτό το «σωστά» δεν είναι και πολύ σωστό για τα ίδια τα παιδιά, πώς αντιδρούμε; Ψάχνουμε να βρούμε τρόπους (μέσα μας) να δικαιολογήσουμε και να μειώσουμε σε ένταση αυτή τη διαφορά που αποκαλύπτει τι μπορεί να συμβαίνει στ’ αλήθεια στη ζωή των παιδιών μας.

Τα τελευταία τουλάχιστον τέσσερα με πέντε χρόνια, οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία, ανήσυχοι και ανήσυχες, διαπιστώνουν πως τα πράγματα σχετικά με τη βία και τις σχέσεις των παιδιών μας με αυτή έχουν αλλάξει.

Λες και ξαφνικά ένας διακόπτης γύρισε (κάποιοι/ες από εμάς εντοπίζουμε το γύρισμα του διακόπτη την πρώτη χρονιά που λειτούργησαν εξ ολοκλήρου με φυσική παρουσία τα σχολεία, αμέσως μετά την περιπέτεια της πανδημίας) και η βία (εκδηλωμένη με διάφορες μορφές) έγινε σχεδόν καθημερινό και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των παιδιών κάθε ηλικίας.

Ένα κόκκινο μπαλόνι φούσκωνε, θαρρείς, κρυφά για χρόνια και έσκασε ξαφνικά πάνω από τα κεφάλια μας.

Τα παιδιά επέστρεψαν στα σχολεία έχοντας χάσει (ή έστω με περιορισμένες) βασικές κοινωνικές δεξιότητες, κυρίωςαυτήν που εκλαϊκεύοντας θα λέγαμε «να ζεις μαζί με άλλους ανθρώπους», με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Στα χρόνια της πανδημίας τα παιδιά μας βρήκαν τρόπους να επικοινωνούν και να αλληλεπιδρούνμεταξύ τους,έστω και από απόσταση, όσο ήταν κλεισμένα στα σπίτια τους. Το διαδίκτυο (και ό,τι αυτό προσφέρει) ήταν ο νέος τόπος συνύπαρξης.

Τα παιδιά μας εντοιχίστηκαν σε κόσμους που είναι άγνωστοι στους σημαντικούς για αυτούς ενήλικες (γονείς, κοντινοί συγγενείς, εκπαιδευτικοί). Αυτό συνεχίστηκε και αφού τα σχολεία επανήλθαν στη «διά ζώσης λειτουργία». Και συνεχίζεται ακόμη. Με μεγάλη ένταση.

Τα στοιχεία δείχνουν πως η βία μεταξύ των ανηλίκων, αλλά και μεταξύ όσων διατρέχουν τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης, έχει αυξηθεί σε σημαντικό βαθμό. Ανησυχητικά σημαντικό. Σχεδόν καθημερινά καταγράφονται περιστατικά, ή και δεν καταγράφονται επίσημα, αλλά όσοι/ες ασχολούνται με αυτά τα διαπιστώνουν εκ των αποτελεσμάτων.

Τα στοιχεία δείχνουν και κάτι άλλο: φαίνεται ότι δεν ισχύουν όλα όσα ξέραμε ή νομίζαμε πως ξέρουμε. Οι ανήλικοι δράστες δεν είναι μόνο αγόρια, είναι και κορίτσια. Οι δράστες δεν είναι μετανάστες, είναι και κανονικά (sic) παιδιά. Οι δράστες δεν είναι μόνο φτωχοί, είναι και από ευκατάστατες οικογένειες. Και τα λοιπά, και τα λοιπά...

Φαίνεται πως μία ριζική μεταβολή επήλθε αργά και σταθερά (ως απόρροια της οικονομικής κρίσης και της υγειονομικής που ακολούθησε αμέσως και επιδείνωσε τα πράγματα ακόμη περισσότερο) και τώρα είμαστε αντιμέτωποι/ες με τα αποτελέσματά της.

Τα παιδιά μας ζούνε και στο διαδίκτυο. Ίσως περισσότερο ζούνε σε αυτό. Και μεταφέρουν από εκεί τις συμπεριφορές τους σε αυτό που μας αρέσει να ονομάζουμε πραγματική ζωή. Τα παιδιά μας ζούνε μια ζωή που αδυνατούμε οι μεγαλύτεροι/ες να κατανοήσουμε. Και εδώ που τα λέμε, δεν κάνουμε και καμιά μεγάλη προσπάθεια να καταλάβουμε. Ίσως και να μας βολεύει αυτό.

Οι οθόνες μετατράπηκαν σε φροντιστές παιδιών. Και τα παιδιά μας βυθίζονται σε έναν άγνωστο κόσμο, σε έναν λαβύρινθο που δεν ξέρουμε που τελειώνει.Τα παιδιά μας νιώθουν μόνα. Νιώθουν πως τα έχουμε προδώσει.

Κατά την άποψή μου, η τηλεοπτική σειρά «Adolescence»  θέτει την τέχνη στην υπηρεσία της κοινωνίας. Γιατί με τον τρόπο της αναδεικνύει όλα αυτά που μας απασχολούν (όσους τέλος πάντων μας απασχολούν).

Τι κάνουμε με τη βία; Αρκούν τα άψογα πρωτόκολλα; Πώς γεφυρώνεται το χάσμα των γενεών; Είναι δυνατό να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τα παιδιά μας; Μπορούμε να τα κατανοήσουμε; Τι θέτουμε ως προτεραιότητα; Φταίει μόνο η φτώχεια; Φταίνε τα στερεότυπα; Αρκεί μία διαπίστωση και το σφίξιμο που νιώθουμε καθώς ταυτιζόμαστε με τους ήρωες της σειράς; Τι κάνουμε με την απόγνωση που νιώθουν τα παιδιά μας από το ότι «δεν τα καταλαβαίνουμε;». Θα συνεχίσουμε να φερόμαστε ως αυθεντίες, ως παντογνώστες που δεν κάνουν και πολλές δεύτερες σκέψεις; Θα καταλάβουμε πως τα παιδιά δεν είναι παιδιά, αλλά άνθρωποι; Θα συνεχίσουμε να φέρνουμε την πραγματικότητα στα μέτρα μας, αν αυτή δεν είναι σύμφωνη με αυτά που πιστεύουμε;

Μα κυρίως: Τώρα τι κάνουμε;

*Ο Τάσος Παπαναστασίου είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας

 

Κεντρική Φωτογραφία
Κατηγορία
Υπέρτιτλος να είναι στον τίτλο
0