Εκεί που μιλούσαμε για τεκτονικές κινήσεις πέριξ της Σαντορίνης, η γειτονιά μας, αλλά και όλος ο πλανήτης, ζει σε μία καινοφανή περίοδο γεωπολιτικών τεκτονικών αλλαγών. Η στοιχειώδης Ασφάλεια και Ισορροπία όπως τη γνωρίσαμε μεταπολεμικά αμφισβητείται και ωθεί σε ανάγκη μεγάλων αποφάσεων.
Σε αυτό το εξαιρετικά ρευστό πεδίο οι χώρες της ΕΕ καλούνται να επιδείξουν ταχύτατα αντανακλαστικά, ετοιμότητα δράσεων και εν τέλει ευθύνη, αν τουλάχιστον θέλουν να λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν από τους «μεγάλους» παίκτες.
Και ενώ η πιεστική αυτή πραγματικότητα φαίνεται να αφυπνίζει τους εφησυχασμένους λαούς της Ευρώπης, η δική μας κοινωνία βιώνει μία εμμονική προσπάθεια σύσσωμης της Αντιπολίτευσης να χρησιμοποιεί το αναμφίβολα σοβαρό θέμα των Τεμπών ως εργαλείο για την αποσταθεροποίηση της Διακυβέρνησης και τελική πτώση της! Την ώρα δηλαδή που η Ευρώπη ψάχνει αποτελεσματικά όπλα για τη διατήρηση και αύξηση του επιπέδου Ασφάλειας και Σταθερότητας, κόμματα και πρόσωπα εξαντλούν το αντιπολιτευτικό τους σθένος στην «οπλοποίηση» του θανάτου αθώων ψυχών πριν δύο χρόνια στα Τέμπη.
Αν αυτό δεν είναι μία κραυγαλέα απόδειξη της ανεπάρκειας της Αντιπολίτευσης, τότε τι είναι;
Επειδή οφείλουμε να είμαστε πάντα ειλικρινείς, πέρα από κομματικές, παραταξιακές και προσωπικές προτιμήσεις, ας αναρωτηθούμε σοβαρά: Υπάρχει κάποια άλλη σαφής, κατανοητή, πειστική πρόταση Διακυβέρνησης; Μήπως η ανυπαρξία, όχι απλώς μιας συνολικής, άλλα έστω μιας στοιχειοθετημένες πρότασης πάνω σε κάποιους από τους βασικούς τομείς άσκησης πολιτικής (Οικονομία, μείζονα κοινωνικά πεδία, Άμυνα), φανερώνει την ανεπάρκεια, αλλά δυστυχώς και την επικινδυνότητα της Αντιπολίτευσης, μπροστά σε μία τόσο κρίσιμη περίοδο για την πορεία της χώρας; Μετά την απότομη -αλλά επιτέλους λυτρωτική- προσγείωση από τις ψευδαισθήσεις περί άλλων δρόμων δήθεν καλύτερων από την ανοιχτή οικονομία, μετά τη προσαρμογή της πρόσφατης «αριστερής» διακυβέρνησης στην ανάγκη η Ελλάδα να είναι αναπόσπαστο μέρος της Δύσης, ξεριζώθηκαν τα μέχρι πρότινος εναλλακτικά πολιτικά αφηγήματα. Και αυτό γίνεται ακόμη πιο δυσβάσταχτο όταν η σημερινή κυβέρνηση επιδεικνύει αξιοσημείωτα αποτελέσματα στην κοινωνική πολιτική της.
Αντί λοιπόν κόμματα, ομάδες και πρόσωπα της Αντιπολίτευσης να κάνουν με τρόπο φανερό τις απαραίτητες παραδοχές, αντί να προσαρμόσουν τις πολιτικές, αλλά και τις στρατηγικές τους σε αυτή την πορεία εξέλιξης ολόκληρου του κόσμου, αδυνατούν να «ωριμάσουν» και παρασύρονται σε δύο κύριες μορφές συμπεριφοράς εκ μέρους τους: Τον Αντισυστημισμό και την «κοινωνική» Αντιπολίτευση.
Είναι ξεκάθαρο ότι μπροστά στον κίνδυνο ανυπαρξίας και εξαφάνισης, είναι πολλοί αυτοί που προτιμούνε την εύκολη οδό της «λαϊκής» καταγγελίας, του αντισυστημισμού που «πουλάει», ακόμη και βίαιης αλλαγής.
Παραδείγματα υπάρχουν αμέτρητα, όπως της τραγελαφικής πρόσφατης εκλογής Κασσελάκη, ενός εκφραστή δηλαδή του αμερικανικού καπιταλισμού στο τιμόνι της Συριζαίικης Αντιπολίτευσης, μπας και οι «αριστεροί» διατηρούσαν ελπίδα επανόδου στη «γλύκα» της Εξουσίας. Ή της κ. Κωνσταντοπούλου που μετά την λαλίστατη «γνήσια» Αριστεροσύνη της, σήμερα δεν τολμά να δηλώσει σαφώς αριστερή, μπας και χάσει το μομέντουμ της κοινωνικής διαμαρτυρίας. Λες και η διαμαρτυρία φτάνει για να κυβερνηθεί μια χώρα! Περί Βελόπουλου, η συνωμοσιολογία, ο προσανατολισμός του και η επικοινωνία του με το υπερπέραν μιλούνε από μόνες τους. Με τέτοια και παρόμοια υλικά, σαλάτα ίσως φτιάχνεται, αλλά συνταγή Κυβερνησιμότητας δεν προκύπτει.
Το πλέον δυσβάσταχτο γι’ αυτούς είναι ότι σε όλες τις μετρήσεις ο ελληνικός λαός δηλώνει ότι δεν εμπιστεύεται τους εκμεταλλευτές της κοινωνικής διαμαρτυρίας. Και αυτές οι ανεπαρκείς επιλογές μεταξύ Αντισυστημισμού, στείρας καταγγελτικής γλώσσας και αλλαγής πουκάμισου χωρίς περιεχόμενο, γίνονται ακόμη πιο εμμονικές, όσο στο τιμόνι της Χώρας βρίσκεται ένας Πρωθυπουργός που, πέραν των φανερών προβλημάτων της Ελλάδας σε υποδομές και λειτουργίες, φέρνει με ορατή συνέπεια απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα στο εσωτερικό, αλλά και αποτελεί σοβαρό και αναγνωρίσιμο παράγοντα ενεργητικής πολιτικής στο εξωτερικό.
Όσο δηλαδή οι υπόλοιποι εκπρόσωποι της πολιτικής στη χώρα, δεν μπορούνε να αναμετρηθούν με συμβατικά και θεμιτά μέσα στην κυριαρχία της προσωπικότητας και οράματος του Πρωθυπουργού, καταφεύγουν σε αντισυμβατικά μέσα, με καταφανές το υπαρξιακό πολιτικό τους άγχος. Δε χωρά κριτικής το τελευταίο επεισόδιο υποκρισίας με την κωλοτούμπα στην περίπτωση της διάθεσης Τριαντόπουλου για να κριθεί ευθέως από τη Δικαιοσύνη, όπως δηλαδή ζητούσαν οι «κορυφές» της Αντιπολίτευσης.
Αντί λοιπόν να βολοδέρνουμε χωρίς πυξίδα ας κάνουμε ειλικρινείς παραδοχές και ας αρθούμε συλλογικά και ατομικά στο ύψος των περιστάσεων.
Ότι πίσω από τις ηθικολογίες και τα «λαϊκά δικαστήρια» κρύβεται η ανεπάρκεια να ακουστούν καθαρές πειστικές προτάσεις και μάλιστα εναλλακτικής διακυβέρνησης. Διότι, η «πείνα» διακυβέρνησης, τέχνας κατεργάζεται! Μία «πείνα», ένα άγχος για πολιτική ύπαρξη, που όσο μεγαλώνει τόσο πιο εμφανή θα είναι τα στοιχεία που το συνοδεύουν. Με Ιδεοληψίες, ναρκισσισμούς, μεγαλομανία, μικρομεγαλισμούς, μικροψυχία και περισσή υποκρισία τα «μαγειρέματα» δε χορταίνουν! Ούτε τους «μάγειρες», ούτε το λαό.
Αλλά εδώ μιλάμε για τις τύχες της Χώρας. Σε μία εξαιρετικά σημαντική καμπή στη γεωπολιτική σκακιέρα. Γι’ αυτό οφείλουμε να είμαστε τολμηροί στο πιο σημαντικό ίσως ερώτημα στον εαυτό μας: Εάν τώρα καλούνταν κάποιος ή κάποιοι να κυβερνήσουν τη χώρα, ποιος ή ποιοι είναι οι ικανοί; Ακόμη περισσότερο, ποιοι είναι οι επαρκείς;
Γι’ αυτό, σε δύο χρόνια από τώρα ας δούμε το κυβερνητικό έργο συνολικά, με τις προόδους και τα αποτελέσματά της.
Εκτός αν νομίζουμε ότι είμαστε Βέλγιο με τα κυβερνητικά κενά, αλλά με γείτονες Ολλανδούς και Γάλλους!
Και όσοι νομίζουν ότι με κραυγές, social media και πολιτικάντικο ζάπινγκ μπορούν να κυβερνήσουν τη Χώρα, με την πλάνη θα μείνουν. Με την πλάνη και... με την πείνα!
Ο Κωφίδης Θεοφάνης είναι Πολιτευτής της ΝΔ στη Ροδόπη, Πρόεδρος του Ομίλου Συνεύρεσης Ιδεών ΕΑΝΟΣ
