Γράφει η Άννα Ευθυμίου*
Η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από την τραγωδία των Τεμπών αναδεικνύει ένα βασικό ερώτημα: αναζητείται πραγματικά η αλήθεια ή γίνεται πολιτική εκμετάλλευση ενός εθνικού δράματος;
Η πρόταση δυσπιστίας και η προανακριτική επιτροπή που προωθείται από την αντιπολίτευση δεν στοχεύουν στην ουσιαστική απόδοση ευθυνών αλλά στην πολιτική στοχοποίηση της κυβέρνησης, με μοναδικό σκοπό να απομακρυνθεί απο τη διακυβέρνηση της χώρας χωρίς, ωστόσο, η αντιπολίτευση να έχει οποιαδήποτε πειστική εναλλακτική πρόταση.
Από την πρώτη στιγμή της τραγωδίας, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ανέλαβε την πολιτική ευθύνη και έδωσε τα εργαλεία στη Δικαιοσύνη, προκειμένου να τη διευκολύνει να κάνει το έργο της. Η Δικαιοσύνη είναι η μόνη αρμόδια να αποδώσει ποινικές ευθύνες χωρίς αστερίσκους και στην κατεύθυνση αυτή πρέπει συνεχίσει το έργο της απρόσκοπτα. Ο Εθνικός Οργανισμός Διερεύνησης Ατυχημάτων (ΕΟΔΑΣΑΑΜ) πραγματοποίησε ανεξάρτητη έρευνα, η οποία απέδειξε ότι το δυστύχημα προκλήθηκε από μια αλληλουχία ανθρώπινων λαθών, επιβαρυμένων από τις διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού σιδηροδρομικού συστήματος. Το πόρισμα απέκλεισε οποιοδήποτε ενδεχόμενο «συγκάλυψης» ή δόλιων ενεργειών, καταδεικνύοντας ότι οι ελλείψεις σε τεχνογνωσία και εμπειρία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.
Ωστόσο, η αντιπολίτευση, αντί να συμβάλει εποικοδομητικά με προτάσεις στη βελτίωση της σιδηροδρομικής ασφάλειας, επιλέγει να χρησιμοποιήσει το τραγικό γεγονός για μικροπολιτικά οφέλη. Η πρόταση δυσπιστίας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της προσέγγισης. Αν πραγματικά υπήρχε ενδιαφέρον για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του σιδηροδρομικού δικτύου, θα έπρεπε να υπάρξει μια συνολική παραδοχή ότι τα προβλήματα αυτά δεν ξεκίνησαν το 2019, αλλά αποτελούν διαχρονικό ζήτημα που επηρεάστηκε από δεκαετίες μη ορθής διαχείρισης και ελλιπών επενδύσεων στις υποδομές.
Η κυβέρνηση, απο την άλλη, έχει ήδη θέσει σε εφαρμογή συγκεκριμένα μέτρα για την αναβάθμιση της σιδηροδρομικής ασφάλειας. Το Σχέδιο Δράσης περιλαμβάνει επενδύσεις στην τηλεδιοίκηση, τη σηματοδότηση και την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού. Συγκεκριμένα, εξασφαλίστηκαν 1,5 δισ. ευρώ από ευρωπαϊκούς πόρους για την αναβάθμιση του δικτύου, ενώ παράλληλα ο ΟΣΕ ενισχύεται με 140 νέους υπαλλήλους μέσω ΑΣΕΠ. Παράλληλα, δημιουργήθηκε ένας νέος δημόσιος φορέας που συνενώνει τον ΟΣΕ και την ΕΡΓΟΣΕ, με στόχο τη βελτίωση της διαχείρισης των σιδηροδρομικών υποδομών.
Η πρόταση δυσπιστίας, αντί να συμβάλει στην ουσιαστική συζήτηση για τις αναγκαίες αλλαγές, επιδιώκει να δημιουργήσει εντυπώσεις και να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη. Παρόλα αυτά, η Νέα Δημοκρατία δεν αποπροσανατολίζεται από μικροπολιτικούς τακτικισμούς. Συνεχίζει να εργάζεται για μια σύγχρονη, ασφαλή και αποτελεσματική σιδηροδρομική υποδομή, απαντώντας με πράξεις και όχι με ανέξοδη ρητορική. Οι πολίτες αξίζουν αλήθεια, διαφάνεια και συγκεκριμένες λύσεις, ώστε το "ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ" να γίνει πραγματικότητα.
*Η Άννα Ευθυμίου είναι δικηγόρος, βουλευτής A΄ Θεσσαλονίκης και αν. κοινοβουλευτική εκπρόσωπος Ν.Δ.
