Όπως αναφέρει, ο Τραμπ επιχειρεί να παρουσιάσει τις αναταράξεις στις αγορές και την αβεβαιότητα στην οικονομία ως προσωρινό κόστος που θα αποδώσει μακροπρόθεσμα οφέλη. Ωστόσο, τα δεδομένα αμφισβητούν αυτή την αφήγηση.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης παρουσιάζει έντονη πτώση, ενώ οι πολίτες αναμένουν σημαντική άνοδο των τιμών. Παράλληλα, η αρχική αισιοδοξία των επιχειρήσεων μετά την εκλογή Τραμπ υποχωρεί λόγω της επιμονής του στον προστατευτισμό.
Οι δαπάνες παραμένουν ανθεκτικές, όμως αυτό ενδέχεται να αντικατοπτρίζει βιαστικές αγορές πριν από τις αυξήσεις τιμών, ενώ τα πρώιμα δεδομένα δείχνουν αύξηση των απολύσεων.
Η αβεβαιότητα κυριαρχεί, με την Goldman Sachs να εκτιμά αυξημένη πιθανότητα ύφεσης, αν και οι εκτιμήσεις μεταβάλλονται ανάλογα με τις πολιτικές κινήσεις του Λευκού Οίκου.
Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες φαίνεται να είναι ακόμα πιο ανησυχητικές. Έρευνες δείχνουν ότι οι δασμοί μειώνουν την παραγωγικότητα, αποτρέπουν επενδύσεις και οδηγούν σε μακροχρόνια επιβράδυνση της οικονομίας.
Ειδικά στις ΗΠΑ, όπου οι δασμοί έχουν αυξηθεί σημαντικά, το κόστος είναι πολλαπλάσιο από αυτό που μελετήθηκε σε ιστορικά δεδομένα. Το Penn Wharton Budget Model εκτιμά ότι σε βάθος 30 ετών το ΑΕΠ θα είναι 8% χαμηλότερο, οι μισθοί 7% μειωμένοι και το συνολικό απόθεμα κεφαλαίου 10% μικρότερο. Η χώρα κινδυνεύει να καταλήξει με υποδομές σε παρακμή, αντί για τη βιομηχανική αναγέννηση που υπόσχεται ο Τραμπ.
Το άρθρο καταλήγει τονίζοντας την αστάθεια και την αδυναμία πρόβλεψης εξαιτίας της αλλοπρόσαλλης πολιτικής, σημειώνοντας ότι, παρ’ όλες τις αβεβαιότητες, η προοπτική για την αμερικανική οικονομία παραμένει απαισιόδοξη.
