Όλα αυτά τα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της δασμολογικής πολιτικής με όλες τις χώρες του κόσμου, τον εμπορικό πόλεμο που παραμένει σε ισχύ μέχρι και σήμερα με την Κίνα, την απειλή για λουκέτο σε Πρεσβείες και Προξενεία διαφόρων χωρών του κόσμου, καθιστούν τον Ντόναλντ Τραμπ καθημερινό πρωταγωνιστή της διεθνούς επικαιρότητας και αποτελούν αντικείμενο σχολιασμού από τον Δρ. Νίκο Καρτάλη στη συνέντευξη που παραχώρησε στα Μακεδονικά Νέα - mkdn.gr.
Σύμφωνα με τον διακεκριμένο καθηγητή του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας ο Αμερικανός πρόεδρος «λόγω του χαρακτήρα του, θεωρεί ότι πρέπει να έχει και αυτός άποψη για τα επιτόκια, αλλά και για τη ρευστότητα στην αμερικανική οικονομία, πράγμα με το οποίο δεν συμφωνούν οι οικονομολόγοι της χώρας», ενώ σ' ότι αφορά στην περίπτωση του Χάρβαρντ εκτιμά ότι η κόντρα που έχει αναπτυχθεί εκτός από τις απαραίτητες περικοπές που πρέπει να γίνουν για τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος των ΗΠΑ «έχει να κάνει και με την ελευθερία της ακαδημαϊκής σκέψης».
Συνέντευξη στον Θωμά Καλέση
-Κύριε Καρτάλη πως σχολιάζετε τις δηλώσεις Τραμπ αναφορικά με τα επιτόκια των Η,ΠΑ αλλά και τους χαρακτηρισμούς προς τον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας, Τζερόμ Πάουελ;
Κοιτάξτε, μια κυβέρνηση που θέλει να κάνει σωστή δημοσιονομική, αλλά και νομισματική πολιτική θα πρέπει να έχει συμμάχους, είτε την κοινωνία σ' ότι αφορά τη δημοσιονομική είτε την Κεντρική Τράπεζα για τη νομισματική πολιτική. Εμείς εδώ στην Ελλάδα για παράδειγμα, έχουμε χάσει τη δημοσιονομική πολιτική η οποία έχει εκχωρηθεί στους θεσμούς, αλλά και τη νομισματική η οποία έχει εκχωρηθεί στην ΕΚΤ.
Στην Αμερική τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Ο Τραμπ έχει τον έλεγχο των δημοσιονομικών, αλλά εκεί μπορούμε να γνωρίζουμε ότι η Αμερική έχει ένα τεράστιο έλλειμμα που εκτιμάται περίπου στο 1,5 τρισεκατομμύριο δολάρια, το οποίο η κυβέρνηση προσπαθεί να καλύψει με διάφορες περικοπές στον δημόσιο τομέα. Γι' αυτό και διόρισε τον Ίλον Μάσκ σε αυτή τη θέση που κατέχει μέχρι σήμερα, προκειμένου να προχωρήσει σε αυτές τις περικοπές.
Τώρα όσον αφορά τη νομισματική πολιτική η οποία στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ανεξάρτητη και εκπορεύεται από την Αμερικάνικη Κεντρική Τράπεζα, αυτή, όταν βλέπει π.χ. ότι αυξάνεται η μειώνεται ο πληθωρισμός, αυξάνει ή μειώνει τα επιτόκια για να έχει μία χαμηλή επίδραση. Δηλαδή όταν έχουμε αύξηση του πληθωρισμού η FED αυξάνει τα επιτόκια, για να μειώσει τον πληθωρισμό. Με λίγα λόγια, τι σημαίνει αύξηση των επιτοκίων; Σημαίνει ότι το χρήμα γίνεται πιο ακριβό, τα δάνεια γίνονται πιο ακριβά με αποτέλεσμα να μειώνεται η ροπή προς κατανάλωση, γιατί δεν υπάρχει μεγάλη ροή χρήματος προς την οικονομία.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αμερικάνικη Κεντρική Τράπεζα γι' αυτόν τον σκοπό ρυθμίζει την αύξηση ή τη μείωση των επιτοκίων προκειμένου να μειώσει τον πληθωρισμό. Διότι ο πληθωρισμός βραχυπρόθεσμα ευνοεί τους βιομήχανους, ενώ μακροπρόθεσμα υπάρχει μια συνολική επίδραση σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Έτσι, η κόντρα ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ με τον κεντρικό τραπεζίτη Τζερόμ Πάουελ, έχει να κάνει κυρίως με το ποιος εκπορεύει τη νομισματική πολιτική. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρεί ότι ο Πάουελ και ο κάθε Πάουελ θα πρέπει να υπακούει στις επιταγές της κυβέρνησης, πράγμα που δεν ισχύει παγκόσμια, εκτός από εδώ από την ΕΕ, που όπως είπαμε και προηγουμένως η νομισματική πολιτική εκπορεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
-Άρα από εκεί εκπορεύονται και οι κατηγορίες Τραμπ προς τον Πάουελ για αργές κινήσεις σε ό,τι αφορά στα επιτόκια.
Κοιτάξτε οι οικονομολόγοι ειδικά στην Αμερική είναι πάρα πολύ επιφυλακτικοί έναντι των κινήσεων του Τραμπ. Π.χ. δεν θα ήθελαν μια μεγάλη αυξομείωση των επιτοκίων, διότι θεωρούν ότι αυτό δεν θα επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα αναφορικά με τον πληθωρισμό. Όπως επίσης θεωρούν ότι η αυξομείωση των επιτοκίων είναι αποκλειστικό δικαίωμα του κεντρικού τραπεζίτη, διότι τεχνοκρατικά γνωρίζει καλύτερα από όλους, ποια θα είναι η επίδραση κάθε τέτοιας κίνησης στον πληθωρισμό.
Απλά ο Τραμπ, λόγω του χαρακτήρα του, θεωρεί ότι πρέπει να έχει και αυτός άποψη για τα επιτόκια, αλλά και για τη ρευστότητα στην αμερικάνικη οικονομία.
-Στο πλαίσιο αυτών των περικοπών, οι οποίες πιθανότατα εκπορεύονται από αυτό το έλλειμμα για το οποίο μιλήσατε προηγουμένως, εντάσσεται και η κόντρα με το Χάρβαρντ;
Επειδή αναφέρθηκε και η περίπτωση του Χάρβαρντ, θα πρέπει να πούμε ότι το συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο παίρνει περίπου 2 δισ. δολάρια από την αμερικάνικη κυβέρνηση, καθώς αποτελεί ένα από τα κορυφαία εκπαιδευτικά ιδρύματα του κόσμου. Το Χάρβαρντ όμως έχει προϋπολογισμό πάνω από 30 - 40 δισ. δολάρια, τα οποία παίρνει ως χορηγίες από διάφορους αποφοίτους ανά τον κόσμο.
Θυμάμαι για παράδειγμα το 2012 όταν βρέθηκα εγώ στο Χάρβαρντ για κάποια σεμινάρια, δημιουργήθηκε μια καινούργια πτέρυγα που χτιζόταν με χορηγία ενός Ινδού αποφοίτου. Καταλαβαίνετε ότι πρόκειται για ένα παγκόσμιο πανεπιστήμιο που έχει απόφοιτους σε όλα τα μέρη της γης, πολλοί εκ των οποίων είναι σήμερα εκατομμυριούχοι και δισεκατομμυριούχοι. Αυτοί, αποστέλουν τα εμβάσματά τους στο Χάρβαρντ κάθε χρόνο, είτε γιατί θέλουν να κάνουν κάποιες χορηγίες, είτε για κάποιους άλλους λόγους και προσπαθούν να βοηθούν με αυτόν τον τρόπο στην ανάπτυξη του ιδρύματος.
Τώρα βέβαια η κόντρα του Τραμπ με το Χάρβαρντ έχει να κάνει και με την ελευθερία της ακαδημαϊκής σκέψης. Είναι φανερό, ότι θέλει να επιβάλει τους δικούς του όρους σχετικά με το τι θα διδάσκεται ή δεν θα διδάσκεται σε ένα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα παγκόσμιας εμβέλειας. Και σ' αυτό θα πρέπει να είμαστε κάθετοι. Η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι απαραίτητη και οι καθηγητές και γενικότερα οι διδάσκοντες τόσο σε αυτό το πανεπιστήμιο, όσο και σε όλα τα υπόλοιπα του κόσμου πρέπει ελεύθερα να εκφράζουν τη γνώμη τους, την οποία και στηρίζουν σε επιστημονικά δεδομένα.
Δεν διανοούμαι ότι υπάρχει πανεπιστήμιο που ασκεί προπαγάνδα υπέρ ενός πολιτικού ή υπέρ ενός άλλου. Πρέπει να υπάρχει ελευθερία σκέψης και απόψεων για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε και σαν κοινωνία.
-Τι αντίκτυπο μπορούν να έχουν όλες αυτές οι κόντρες και τα μέτωπα που ανοίγουν, είτε με τη FED είτε με την ακαδημαϊκή κοινότητα στην αμερικανική κοινή γνώμη;
Κοιτάξτε η αμερικανική κοινή γνώμη ψήφισε Τραμπ διότι δεν ήθελε τις υψηλές τιμές που έβλεπε στα σούπερ - μάρκετ. Είναι γεγονός ότι το κόστος ζωής είχε αυξηθεί πάρα πολύ και αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εκλογή του προέδρου των ΗΠΑ.
Τώρα από εκεί και πέρα ενώ πέρασαν οι πρώτες 100 ημέρες τα αποτελέσματα δεν είναι και τόσο απτά. Και αυτό διότι η Οικονομία δεν χειραγωγείται με διατάγματα. Η οικονομία πρέπει να είναι ελεύθερη και από Προεδρικά Διατάγματα και από νόμους και από εγκυκλίους. Παίζει ρόλο βέβαια το γεγονός ότι πρόκειται για έναν λαοφιλή ηγέτη ο οποίος μιλάει τη γλώσσα των απλών Αμερικανών, αλλά αυτό δεν θα φτάσει. Όταν ο Αμερικανός θα δει ότι με βάση τους δασμούς που προτίθεται να βάλει ο Τραμπ, θα πληρώνει τελικά πιο ακριβά ένα προϊόν, αυτό θα γυρίσει μπούμερανγκ για τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Δηλαδή εκεί που έχει την λαοφιλία του, στα μεσαία και χαμηλά στρώματα της αμερικάνικης κοινωνίας οι κινήσεις αυτές θα του γυρίσουν μπούμερανγκ. Όταν θα διαπιστώσουν ότι τελικά οι τιμές δεν πέφτουν, κύριος υπεύθυνος θα είναι ο πρόεδρος, δεν θα είναι το εξωτερικό εμπόριο. Και επίσης ο Τραμπ, από τη μια θέλει να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα με βάση τις περικοπές δαπανών, αλλά από την άλλη αυτό θα αυξήσει και την ανεργία. Θα χαθούν πάρα πολλές θέσεις εργασίας.
-Τουλάχιστον μέσα σε όλα αυτά υπάρχει κι ένα θετικό, το γεγονός ότι στο περιθώριο της συνάντησης που είχε με την κα. Μελόνι υπογράμμισε πως είναι 100% σίγουρο πως θα υπάρξει συμφωνία με την ΕΕ στην δασμολογική πολιτική.
Ναι, είχαμε πει ότι ο Τραμπ σε αυτόν τον τομέα μπλοφάρει. Και σίγουρα θέλει να έρθει σε συμφωνία για να αρχίσει να κλείνει σιγά - σιγά τα μέτωπα που ο ίδιος έχει ανοίξει. Και είχαμε πει επίσης ότι θα χρησιμοποιήσει αυτές τις 90 ημέρες για να δει τους ηγέτες των χωρών της ΕΕ έναν - έναν ξεχωριστά για να διαπραγματευτεί μαζί τους. Μετά μπορεί να δει και την ηγεσία της ΕΕ, την οποία δεν αποδέχεται με θέρμη.
Προτιμά να συναντά ξεχωριστά τους ηγέτες προκειμένου να πετύχει καλύτερους όρους για τη χώρα του. Τον ενδιαφέρει να πάει σε μια κατάσταση win - win και σε έναν συμβιβασμό ώστε να έχει και το λαϊκό έρειμα. Να πει δηλαδή στους πολίτες της χώρας ότι εγώ επέβαλλα δασμό αλλά αύξησα τα δημόσια έσοδα και άρα προστάτεψα τα συμφέροντα της ντόπιας οικονομίας.
Κάτι, που με βάση την οικονομική θεωρία δεν είναι σωστό. Διότι όταν βάζεις έναν δασμό, αυξάνεις την τιμή σε ένα προϊόν στην εγχώρια αγορά. Μειώνεις τις εξαγωγές αλλά από την άλλη έχεις επωμιστεί και τον δασμό που σου επιβάλει στις εξαγωγές η χώρα στην οποία εβαλες εσύ δασμό. Άρα λοιπόν έχεις ένα διττό αποτέλεσμα που σε βάθος χρόνου, μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ στα οικονομικά σου στοιχεία.
*Ο Δρ. Νικόλαος Καρτάλης είναι καθηγητής του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
