Quality Bubalis: Σε ανοδική τροχιά ο κλάδος της βουβαλοτροφίας – Ο ρόλος της Κερκίνης και οι καινοτομίες

Εισαγωγή
Σε δυναμικό τομέα της ζωικής παραγωγής με σημαντικές προοπτικές στην αγορά εξελίσσεται ο ελληνικός βούβαλος με τον κλάδο της βουβαλοτροφίας να κινείται σε ανοδική τροχιά παράγοντας καινοτόμα προϊόντα με τη χρήση νέων τεχνολογιών και μεθόδων.
Χωρίς Διαφημίσεις
0
Συγγραφέας - Εμφάνιση στην Αρχική
1
Body

Πανεπιστήμια και κτηνοτρόφοι ένωσαν τις δυνάμεις τους για την ανάδειξη των ποιοτικών χαρακτηριστικών του βούβαλου και όπως προέκυψε από το ερευνητικό έργο «Quality Bubalis» με σκοπό τη στήριξη των Ελλήνων βουβαλοτρόφων και τη βελτίωση της βιωσιμότητας εκτροφής του ζώου, μέσω ενός ολοκληρωμένου συστήματος παραγωγής κρέατος και νωπού γάλατος, το κρέας και το γάλα του βούβαλου είναι ανώτερης ποιότητας με εξαιρετικά θρεπτικά συστατικά.

Σε δηλώσεις του στα Μακεδονικά Νέα ο καθηγητής στο τμήμα Γεωπονίας του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας (ΔΙΠΑΕ), κ. Αριστοτέλης Λυμπερόπουλος ανέφερε ότι στηριζόμενοι στις ανάγκες του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Βουβαλοτρόφων Ελλάδας για την ανάδειξη της διατροφικής αξίας του κρέατος, πάρθηκε η απόφαση να ξεκινήσει το ερευνητικό έργο το οποίο ολοκληρώνεται τον Απρίλιο του 2025.

«Με βάση τα αποτελέσματα του έργου, το βουβαλίσιο κρέας, ανάμεσα στα κόκκινα κρέατα, είναι πιο υγιεινό με υψηλή βιολογική αξία, έχει χαμηλές θερμίδες και χοληστερόλη, υψηλότερες μονάδες βασικών αμινοξέων και σίδηρο. Υπολογίζεται μάλιστα ότι το λίπος στο βουβαλίσιο είναι στο 2%, ενώ στο αγελαδινό στο 5%. Στόχος του έργου είναι να διαδοθούν στην εγχώρια αγορά και στους καταναλωτές αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του βούβαλου σε σύγκριση με τα υπόλοιπα είδη κρέατος, από τον οποίο μπορούν να παραχθούν καινοτόμα προϊόντα και να τα εντάξουμε στην καθημερινή μας διατροφή», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Λυμπερόπουλος.

Παράλληλα, ένας ακόμη στόχος του «Quality Bubalis» είναι και η περαιτέρω άνοδος του πληθυσμού του βούβαλου ο οποίος, αν και ήταν φυλή προς εξαφάνιση, ο αριθμός του αυξήθηκε από 400 σε 7.000, ενώ σήμερα παρατηρείται μια μικρή κάμψη με περίπου 5.500 βουβάλια στη χώρα.

Το ερευνητικό έργο

Επισημαίνεται ότι το ερευνητικό έργο, ύψους 300.00 ευρώ, χρηματοδοτήθηκε από το ΕΣΠΑ 2014-2020 στο πλαίσιο της δράσης «Ίδρυση και λειτουργία επιχειρησιακών ομάδων της Ευρωπαϊκής Σύμπραξης καινοτομίας για την παραγωγικότητα και τη βιωσιμότητα της γεωργίας».

Στην ομάδα του έργου συμμετείχαν ο καθηγητής στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας (ΔΙΠΑΕ) Δρ. Αριστοτέλης Λυμπερόπουλος, ο καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Δρ Γεώργιος Αρσένος, ο Ερευνητής Α’ Βαθμού στο Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών Δρ Γεώργιος Σαμούρης, ο Ερευνητής στο Ινστιτούτο Αγροτικής Οικονομίας και Κοινωνιολογίας Δρ Αθανάσιος Ράγκος και ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Βουβαλοτρόφων Ελλάδας Τρύφων Γιαντσίδης. Το «Quality Bubalis» υλοποιήθηκε σε συνεργασία με τα αντίστοιχα τμήματα και με μεταποιητικές επιχειρήσεις από τις Σέρρες.

Σχετικά με τις καινοτομίες στην παραγωγή, οι υπεύθυνοι του έργου έκαναν λόγο για χρήση σύγχρονων τεχνολογιών για την εκτροφή, την παραγωγή, και τη μεταποίηση, για την ανάπτυξη συστημάτων ιχνηλασιμότητας για την πλήρη διασφάλιση της ποιότητας σε όλα τα στάδια της παραγωγής, καθώς και για την εφαρμογή βιώσιμων και περιβαλλοντικά φιλικών πρακτικών.

Σύμφωνα με τα κύρια αποτελέσματα του έργου, το βουβαλίσιο κρέας υπερέχει του μοσχαρίσιου όσον αφορά στο προφίλ των λιπαρών οξέων, προσφέροντας λιγότερα κορεσμένα λιπαρά και περισσότερα πολυακόρεστα, καθιστώντας το πιο ευεργετικό για την υγεία. Σε ότι αφορά το γάλα, από τη σύγκριση που έγινε με το αγελαδινό, προκύπτει ότι το βουβαλίσιο υπερέχει σε ορισμένα απαραίτητα λιπαρά οξέα, γεγονός που μπορεί να το καθιστά πιο ευεργετικό από διατροφική άποψη.

Ο ρόλος της Κερκίνης Σερρών

Καθοριστικός είναι ο ρόλος του δήμου Κερκίνης Σερρών στην παραγωγή προϊόντων από βούβαλο καθώς, σύμφωνα με όσα δήλωσε στα Μακεδονικά Νέα ο πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Βουβαλοτρόφων Ελλάδας (Κ.Σ.Β.Ε.) και βουβαλοτρόφος τέταρτης γενιάς, κ. Τρύφων Γιαντσίδης, το 80% του πληθυσμού των βουβαλιών βρίσκεται στην Κερκίνη όπως και η πλειοψηφία των παραγωγών που είναι συνολικά 40 στη χώρα. Επίσης, πάνω από 90% της παραγωγής και της μεταποίησης προέρχεται από τις Σέρρες όπου είναι και οι περισσότερες μονάδες που μεταποιούν, παρασκευάζουν, τυποποιούν βουβαλίσιο κρέας και γάλα το οποίο κατευθύνεται κυρίως στην ελληνική αγορά.

«Μικρότεροι πληθυσμοί βουβαλιών υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη, στην Αλεξανδρούπολη και στη Λαμία. Ο κλάδος αυτήν τη στιγμή βρίσκεται σε αρκετά καλό στάδιο σε επίπεδο μεταποίησης και εμπορίας. Υπάρχει ακόμη περιθώριο ανάπτυξης, όπως και να ασχοληθούν νέοι κτηνοτρόφοι με τα βουβάλια αλλά και νέοι μεταποιητές εφαρμόζοντας ταυτοχρόνως νέες και σύγχρονες μεθόδους», επισήμανε ο κ. Γιαντσίδης. Αναφερόμενος στη συμμετοχή του στο ερευνητικό έργο, εξήγησε ότι επιδιώκουν ως συνεταιρισμός την ανάδειξη των ποιοτικών χαρακτηριστικών του ζώου και των παραγόμενων προϊόντων που μέχρι σήμερα δεν υπήρχαν.

Τόνισε δε ότι τα τελευταία χρόνια πωλούνται περισσότερες ποσότητες κρέατος, αλλά και γάλατος με αρκετούς παραγωγούς να έχουν μπει στη διαδικασία της άρμεξης, παρουσιάζοντας δυναμική για την εξέλιξη του κλάδου. «Στόχος μας είναι και η παραγωγή καινοτόμων προϊόντων από το βουβάλι το οποίο είναι ελευθέρας βοσκής, νέες μεθόδους κοπής, μαγειρέματος κτλ. Το γάλα έχει δυναμική και θα κρατήσει εν ζωή τον κλάδο εφόσον οι κτηνοτρόφοι στραφούν στην παραγωγή γάλατος. Οι μεταποιητές ταυτοχρόνως έχουν κάνει τρομερή προσπάθεια να δημιουργήσουν καινοτόμα προϊόντα και να τα προωθήσουν στους καταναλωτές», υποστήριξε.

Για την εξέλιξη της ελληνικής βουβαλοτροφίας, σημείωσε ότι τα επόμενα 2-3 αποτελούν κομβικό σημείο και θα φανεί αν ο κλάδος έχει εξελιχθεί και τα προϊόντα του έχουν ενταχθεί στην καθημερινή διατροφή των καταναλωτών. Μιλώντας τέλος και για τις ασθένειες των ζώων, δήλωσε ότι δεν υπήρξε μέχρι και σήμερα κάποια σοβαρή ασθένεια που να πλήττει τα βουβάλια. «Αυτό δεν συμβαίνει τυχαία καθώς τα ζώα που είναι πιστοποιημένα, είναι αυτόχθονη φυλή και δεν έχει παρέμβει γενετικά ο άνθρωπος. Διατηρεί ακόμη τα χαρακτηριστικά εκείνα που κάνουν το ζώο δυνατό σε ασθένειες και σε αντίξοες συνθήκες. Ως κτηνοτρόφοι βέβαια πρέπει να τηρούμε από την πλευρά μας τις συνθήκες υγιεινής και την ευζωία ώστε να έχουμε καλύτερες αποδόσεις», είπε καταλήγοντας.

Συγγραφέας
Πηγή Φωτογραφίας
Eurokinissi
Κεντρική Φωτογραφία
Κατηγορία
Υπέρτιτλος
Α. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ – ΤΡ. ΓΙΑΝΤΣΙΔΗΣ
Υπέρτιτλος να είναι στον τίτλο
0