Η άγνωστη ιστορία του θεάτρου σκιών στη Θεσσαλονίκη

Εισαγωγή
«Εκεί πίσω από το τσίτινο πανί θα κινηθή η σιλουέτα του, θα ριγήση η καμπούρα του, θα ακουσθή η θρηνώδης και συγκαταβατική φιλοσοφία του, θα αντηχήση το τρανταχτό και ξένοιαστο γέλιο του… Κι ο κόσμος μπροστά από το τσίτικο πανί της σκηνής σαν σε παράξενο καθρέπτη θα τρανταχθή από χοντρά γέλια». 
Χωρίς Διαφημίσεις
0
Συγγραφέας - Εμφάνιση στην Αρχική
1
Body

Είναι ο Καραγκιόζης σε δημοσίευμα εφημερίδας της Θεσσαλονίκης των αρχών του 20ού αιώνα – ο καμπούρης, πλακατζής, γκαφατζής ήρωας που με το σαρωτικό, αυθάδικο χιούμορ του ανέθρεψε γενιές και γενιές παιδιών στην Ελλάδα και αποτυπώθηκε στη λαϊκή συνείδηση ως σύμβολο μιας άλλης εποχής.

Αυτόν τον κόσμο και το λαϊκό θέαμα που τον χαρακτήρισε επιχειρεί να ανασυνθέσει ο φιλόλογος-ερευνητής, διδάκτορας στο τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ, Θανάσης Κουτσογιάννης στο νέο του βιβλίο «Καθ’ εσπέραν θριαμβεύει – Το θέατρο σκιών στη Θεσσαλονίκη 1900-1940», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Από τον θρυλικό Χαρίλαο και τους υπόλοιπους καραγκιοζοπαίκτες της εποχής, τα περίφημα καφενεία, τις σάλες των κέντρων διασκέδασης και τις αυλές, πρόσωπα και τόπους της Θεσσαλονίκης, ο κ. Κουτσογιάννης κάνει την πρώτη συστηματική καταγραφή του θεάτρου σκιών  των αρχών του 20ού αιώνα και παράλληλα απεικονίζει ένα πορτρέτο της πόλης εκείνης της περιόδου.

«Ήθελα να γράψω μία ιστορία της Θεσσαλονίκης μέσα από την οπτική ενός θεάματος, όπως την έζησαν οι κάτοικοι της πόλης, οι λαϊκοί της άνθρωποι, μπροστά στον μπερντέ του θεάτρου σκιών», λέει στα Μακεδονικά Νέα ο Θανάσης Κουτσογιάννης. Στο επίκεντρο της έρευνας, που συνδυάζει επιστημονική επιμέλεια, επιμονή και ακρίβεια και πρωτίστως αγάπη για το λαϊκό θέαμα, βρίσκεται ο Καραγκιόζης  – όχι απλώς ένας χαρακτήρας, αλλά ένας σχολιαστής της καθημερινότητας, ένας καθρέφτης της κοινωνίας, ένας ήρωας που κατά πάσα πιθανότητα θα χτυπούσε «κόκκινο» στα ραντάρ της σημερινής πολιτικής ορθότητας.

O Θανάσης Κουτσογιάννης 

Άλλοτε «παρακατιανός» στις σελίδες της ιστοριογραφίας του θεάτρου, ο Καραγκιόζης βρίσκει τη θέση που του αξίζει μέσα από το βιβλίο αυτό που στηρίχθηκε σε εξαντλητική αρχειακή έρευνα και σάρωση του Τύπου της εποχής. «Ήταν πάρα πολύ κουραστικό αλλά και πολύ ενδιαφέρον. Δούλεψα πολύ αναζητώντας και μελετώντας δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο. Ευτυχώς, η Βιβλιοθήκη της Βουλής έχει ψηφιοποιήσει σε μεγάλο μέρος τον Τύπο της εποχής», εξηγεί ο συγγραφέας.

Το βιβλίο του Θανάση Κουτσογιάννη, βασισμένο στη διδακτορική του διατριβή στο Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ, χαρτογραφεί το θεατρικό τοπίο της Θεσσαλονίκης σε μια περίοδο σαρωτικών μετασχηματισμών: από την απελευθέρωση της πόλης το 1912, τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εγκατάσταση των προσφύγων. Σε μία εποχή κοσμογονίας και αβεβαιότητας, το θέατρο σκιών αναδεικνύεται σε ψυχαγωγική διέξοδο και, συχνά, σε μέσο πολιτικού και κοινωνικού σχολιασμού.

«Η συστηματική έρευνα του Θανάση Κουτσογιάννη εμπλουτίζει το πεδίο της θεατρολογικής έρευνας με διττό τρόπο: πρώτα χαρτογραφώντας το ευρύτερο τοπίο των λαϊκών θεαμάτων στην προπολεμική Θεσσαλονίκη, και στη συνέχεια αποτυπώνοντας καταλεπτώς τη δραστηριότητα των καραγκιοζοπαιχτών στην πόλη για σαράντα χρόνια», σημειώνει στον πρόλογό της η καθηγήτρια στο Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ Άννα Σταυρακοπούλου, υπογραμμίζοντας την πρωτοτυπία και τη σημασία του έργου. Δεν είναι άλλωστε μικρό το επίτευγμα να συγκεντρωθεί και να αναλυθεί υλικό που, όπως εξηγεί, βασίζεται σε πληροφορίες «αποσπασματικές, σποραδικές και χωρίς τη συστηματικότητα που ισχύει για τις υπόλοιπες θεατρικές παραστάσεις είτε της πρόζας είτε του μουσικού θεάτρου».

Ο συγγραφέας αναδεικνύει τη μοναδική λειτουργία του θεάτρου σκιών ως ψυχαγωγική διέξοδο για ένα κοινό που «πάσχιζε να δει θέαμα», σε μια εποχή που τα μέσα ήταν περιορισμένα. «Η γενική μου αίσθηση είναι το πόσο οι άνθρωποι της Θεσσαλονίκης ήθελαν να δουν θέαμα. Και το μόνο είδος με το οποίο αισθάνονταν οικειότητα ήταν το θέατρο σκιών. Αυτό είναι συγκινητικό», λέει ο κ. Κουτσογιάννης.

Στο βιβλίο εξετάζεται  το πώς ένα είδος θεάματος με πανάρχαιες ρίζες στην Άπω Ανατολή κατάφερε να εξελληνιστεί και να εδραιωθεί ως αγαπημένη μορφή λαϊκής διασκέδασης. Η Θεσσαλονίκη γνώρισε το θέατρο σκιών αρκετά αργότερα από την Πάτρα και την Αθήνα – η πρώτη καταγεγραμμένη παράσταση στην πόλη χρονολογείται το 1909, ήταν όμως αρκετά διαφορετική από τον Καραγκιόζη που ξέρουμε σήμερα. Η περισσότερο τακτική παρουσίαση παραστάσεων εξελληνισμένου πλέον θεάτρου σκιών αρχίζει μετά την απελευθέρωση και κορυφώνεται το διάστημα 1920-1928.

Στις σελίδες του βιβλίου ζωντανεύουν μορφές καραγκιοζοπαιχτών που έδρασαν εκείνη την εποχή στη Θεσσαλονίκη, όπως ο Χαρίλαος Πετρόπουλος, ο Βελλής και ο Νάσος. «Ο Χαρίλαος ήταν η μεγαλύτερη μορφή, ένας σπουδαίος καραγκιοζοπαίκτης. Ήταν από το Αίγιο, ήρθε στη Θεσσαλονίκη ως φαντάρος και έμεινε. Είχε μάλιστα δικό του θέατρο 1.000 θέσεων απέναντι από το σημερινό παλαιό κτίριο της Φιλοσοφικής Σχολής», εξηγεί ο κ. Κουτσογιάννης.

«Σερβίρον και παγωτά»

 

Ο Χαρίλαος Πετρόπουλος έφερε μια σημαντική καινοτομία στο θέατρο σκιών, την εναλλαγή των σκηνικών του μπερντέ, την οποία πέτυχε χάρη στα πανιά που ανεβοκατέβαιναν. Το «Θέατρο του Χαρίλαου» έγινε σημείο αναφοράς κατά τη δεκαετία του 1920, το «ευρυχωρότερον θερινόν θέατρον της Θεσσαλονίκης, το σερβίρον τα αδολώτερα και τα πλέον γαργαλιστικά ποτά και παγωτά καθ’ όλην την Ανατολήν». Υπήρξαν βραδιές που κόπηκαν ακόμη και 1100 εισιτήρια στο «Θέατρο του Χαρίλαου» –«προς πέντε δραχμές το ένα».

Κι ακόμη χώροι όπου παίζονταν παραστάσεις θεάτρου σκιών ήταν οι κινηματογράφοι Ρουαγιάλ και Σπλέντιτ, το ιστορικό Καφενείον «Η Τούμπα – Το Σουφλί» στη γωνία Εθνικής Αμύνης και Εγνατία με δύο σκηνές- πάλκα, αλλά και η «Ραμόνα» στο Βαρδάρι, το «Ηραίον» στο Ντεπώ, η ταράτσα του κινηματογράφου Μοσκώφ στη Βενιζέλου, το κέντρο «Ακρόπολις» στην Αχειροποίητο.

Το ρεπερτόριο ήταν ευρύ και πολυσχιδές – από τις κλασικές κωμωδίες όπως ο «Καραγκιόζης γιατρός» και «Καραγκιόζης φούρναρης» μέχρι διασκευές μυθιστορημάτων, όπως οι Άθλιοι του Ουγκώ. «Οι περισσότεροι καραγκιοζοπαίκτες ήταν αγράμματοι», σημειώνει ο συγγραφέας. «Έκαναν μια υπόθεση στο μυαλό τους και τη μετέτρεπαν σε έργο».

Ο Καραγκιόζης δεν προοριζόταν αρχικά για παιδιά· ήταν θέατρο για ενήλικες, με έντονη σάτιρα και πολιτικό σχολιασμό. Μάλιστα, οι τύποι και τα μοτίβα του επηρέασαν την ελληνική επιθεώρηση, δανείζοντάς της το ύφος και την ελευθερία του λόγου. «Υπήρχαν τοπικές επιθεωρήσεις που σατίριζαν πρόσωπα και καταστάσεις, όπως και ο Καραγκιόζης. Οι κάτοικοι της Πυλαίας, οι λεγόμενοι Καπουτζήδες, γίνονταν οι “Μπαρμπαγιώργοι” της σκηνής», εξηγεί ο συγγραφέας.

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην παρουσία της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης στην ιστορία του θεάτρου σκιών. «Ο Εβραίος στον ελληνικό Καραγκιόζη είναι απολύτως ενσωματωμένος. Είναι η μοναδική φιγούρα που, παρότι δεν είναι Έλληνας, δεν ανήκει στο περιβάλλον του πασά. Είναι στην παρέα των Ελλήνων», επισημαίνει ο συγγραφέας.

Ο Θανάσης Κουτσογιάννης υπερασπίζεται τη διαχρονική αξία του θεάτρου σκιών, αναδεικνύοντας τη δυναμική του και στη σύγχρονη εποχή: «Ναι, έχει ακόμα λόγο ύπαρξης διότι είναι θέατρο, λαϊκό θέατρο. Ο Καραγκιόζης ως σχολιαστής της καθημερινότητας, με χιούμορ, με σάτιρα, έπιανε τον παλμό της εποχής κι έχει ενδιαφέρον να ακούμε και σήμερα τον λόγο του».

Συγγραφέας
Κεντρική Φωτογραφία
Κατηγορία
Υπέρτιτλος
 «Καθ’ εσπέραν θριαμβεύει»
Υπέρτιτλος να είναι στον τίτλο
1