Η 27χρονη τζουντόκα από τη Θεσσαλονίκη και σημαιοφόρος της Ελλάδας στους Παραολυμπιακούς αγώνες στο Παρίσι, όπου κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο, μίλησε στα Μακεδονικά Νέα για τον σπουδαίο αγώνα της εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων, για τη στιγμή που σκέφτηκε να σταματήσει τον αθλητισμό, για τον σκύλο οδηγό της, για την αγάπη της για το τραγούδι, για την ποίηση και το τζούντο, για την επώδυνη εμπειρία τής μετακίνησης στους δρόμους της Θεσσαλονίκης για ένα άτομο με οπτική αναπηρία, αλλά και για τους στόχους της. Τα λεγόμενά της για την συμπερίληψη έστειλαν μηνύματα με πολλούς αποδέκτες.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη της Δώρας Πασχαλίδου στα Μακεδονικά Νέα -mkdn.gr και στον Σάκη Γκίνα:
Δώρα δεν έχεις οπτική εικόνα για τίποτα. Πώς φαντάζεσαι τον κόσμο, τη γη, τους ανθρώπους, τα φυτά, όλα τα πλάσματα της φύσης, τους ποταμούς, τον ουρανό, τη θάλασσα. Δεν τα έχεις δει ποτέ, έχεις μόνο περιγραφές, παίρνουν κάποιο σχήμα όλα αυτά το μυαλό σου; Έχεις πλάσει μέσα σου έναν δικό σου κόσμο;
Δεν έχω πλάσει έναν δικό μου κόσμο, επιλέγω να ζω στον υπαρκτό κόσμο, απλά τον αντιλαμβάνομαι με διαφορετικό τρόπο. Για παράδειγμα, μπορεί να μην αντιληφθώ το γαλάζιο του ουρανού, αλλά τον φαντάζομαι σαν κάτι τεράστιο και άπιαστο. Απ’ όλα μου λείπει το χρώμα, γιατί δεν περιγράφεται με λόγια. Υπάρχουν πράγματα που τα σχηματοποιώ με την φαντασία μου και άλλα που τα αντιλαμβάνομαι με τις υπόλοιπες αισθήσεις μου, οι οποίες έχουν οξυνθεί, λόγω της απώλειας της όρασης. Έναν ήχο θα τον ακούσω πρώτη, γιατί όλη η συγκέντρωσή μου βρίσκεται στην ακοή, ενώ εσείς μπορεί να κοιτάζετε κάτι εκείνη την ώρα και να είναι το μυαλό σας απασχολημένο. Υπάρχουν πράγματα τα οποία ξέρω ακριβώς πώς είναι. Για παράδειγμα, τα αξιοθέατα που πήγα και τα ακούμπησα. Κυρίως, με την ακοή και με την αφή αντιλαμβάνομαι, πλην των χρωμάτων, τα σχήματα και τις μορφές που έχουν τα πράγματα γύρω μου.
Έχεις έναν πανέμορφο σκύλο οδηγό την Τζόι, πώς την έχεις σχηματοποιήσει ως εικόνα;
Την έχω στο μυαλό μου όπως ακριβώς είναι. Κούκλα, καφέ, με πολύ ωραία γούνα και μάτια λίγο μελαγχολικά, αλλά κατά βάθος είναι χαρούμενη. Έχει ωραία κρεμαστά αυτάκια. Είναι ένα λαμπραντόρ 5,5 ετών εκπαιδευμένο να με οδηγεί. Είναι σαν τον οδηγό του αυτοκινήτου και εγώ είμαι το GPS της. Δεν λειτουργεί ρομποτικά. Αποφεύγει κάθε εμπόδιο, σκάλες, πεζοδρόμια, περίπτερα, στο Μετρό βρίσκει το γκισέ και κόβουμε εισιτήριο, βρίσκει τις πόρτες των λεωφορείων και του Μετρό. Έχουμε τρομερή σχέση, υπάρχει εμπιστοσύνη και αγάπη μεταξύ μας. Μου πρόσφερε πάρα πολλά διδάγματα. Όπως η υπομονή της, η επιμονή της, η υπακοή της, η προθυμία της, η αγάπη της και η χαρά της όταν με βοηθάει σε κάτι. Είναι ανθρωποκεντρικό σκυλί. Πάει στους ανθρώπους και κάνει νάζια.
Πώς ήταν να μεγαλώνεις χωρίς όραση;
Μεγαλώνοντας σε έναν κόσμο βλεπόντων δεν μπορώ να πω, ότι αντιμετώπισα ποτέ δυσκολίες ή ότι δέχθηκα μπούλινγκ, η παιδικότητα ήταν μεγάλο φίλτρο. Είχα την ευλογία να βρίσκομαι σε ένα ωραίο περιβάλλον παιδιών, μαθητών, καθηγητών. Πήγαινα σε Γυμνάσιο και Λύκειο αρτιμελών, είχα τις παρέες μου, συμμετείχα κανονικά στα μαθήματα, ήμουν και… φυτό. Στα 18 μετακόμισα και έμεινα μόνη μου και ξεκίνησα τις σπουδές μου στη Νομική Σχολή στο ΑΠΘ. Τότε κατάλαβα, ότι οι άνθρωποι νιώθουν παράξενα και θεωρούν την αναπηρία διαφορετικότητα. Μισώ αυτή την προσέγγιση. Η αναπηρία δεν είναι διαφορετικότητα, είναι ένα επιπρόσθετο πρόβλημα. Εκεί ξεκινά ο δικός μου εσωτερικός αγώνας να αποδείξω σε όσους το θέλουν, ότι η αναπηρία δεν είναι διαφορετικότητα. Οι άνθρωποι με αναπηρίες είναι ισάξιοι, απλά αντιμετωπίζουν ένα επιπρόσθετο πρόβλημα, δεν το επέλεξαν και δεν θέλουν να τους αντιμετωπίζουν διαφορετικά από τους άλλους. Για παράδειγμα, κάποιος που έχει πρόβλημα με την καρδιά του ή με τον διαβήτη, είναι πιο ευάλωτος από εμένα. Αλλά επειδή δεν φαίνεται το πρόβλημά του, ο κόσμος του συμπεριφέρεται κανονικά.
Έδερνα… λίγο τον κόσμο, όταν ήμουν μικρή, διάλεξα το τζούντο, γιατί έχει πάλη χωρίς πόνο…
Η οικογένειά σου πως το αντιμετώπισε;
Για την οικογένειά μου η δική μου αναπηρία ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Οπότε ξαφνιάστηκαν και δυσκολεύτηκαν πάρα πολύ τα πρώτα χρόνια. Ιδίως η μητέρα μου το εκδήλωνε ως γυναίκαι και περισσότερο. Την πονούσε πάρα πολύ η δική μου αναπηρία, θεωρώ, γιατί δεν ήξερε το πώς θα εξελιχθώ. Μεγαλώνοντας της απέδειξα, ότι εξελίσσομαι κι εγώ όπως τα άλλα παιδιά της. Πλέον, φέρεται και αισθάνεται σαν να μην έχει παιδί με αναπηρία. Τα αδέρφια μου είναι μεγαλύτερα. Το φίλτραραν και εκείνοι, με αντιμετωπίζουν τελείως φυσιολογικά. Όταν χρειασθώ τη βοήθειά τους είναι εδώ για μένα, όπως και εγώ γι’ αυτούς.
Γιατί διάλεξες το τζούντο. Σ’ άρεσε να παλεύεις μικρή με τις φίλες σου;
Έδερνα… λίγο τον κόσμο, όταν ήμουν μικρή. Μ’ άρεσε να παλεύω, γιατί στην πάλη δεν υπάρχουν χτυπήματα και πόνος, όπως σε άλλα αθλήματα. Έκανα διάφορα αθλήματα μέχρι να γνωρίσω τον δάσκαλό μου Θεόκλητο Παπαχρήστο που είναι τέσσερις φορές Παραολυμπιονίκης. Είναι αυτός που κράτησε ζωντανό το τζούντο στην Ελλάδα. Όταν ασχολήθηκε με την προπονητική του είπα, ότι θα γίνω η πρώτη του μαθήτρια. Ήμουν 17 ετών, τότε. Με εξέλιξε πολύ γρήγορα. Δούλευα πολύ περισσότερο από συναθλητές μου που έκαναν πιο πολλά χρόνια τζούντο και είχαν την ευκολία να αποθηκεύουν τις εικόνες με την όραση. Δουλεύαμε πάρα πολλές ώρες έξτρα, μερικές φορές μέχρι και τις 5 το πρωί! Όταν ένιωσα ότι μπορώ να σταθώ ισάξια άρχισα να παλεύω με βλέποντες. Ήταν πριν από τους Ολυμπιακούς του Ρίο, αλλά δεν τους προλάβαινα. Προετοιμάστηκα μία τετραετία για τους Ολυμπιακούς του Τόκιο. Έβρισκα κλειστές πόρτες από τους συλλόγους, γιατί ανησυχούσαν μήπως χτυπούσα και επωμίζονταν ευθύνες, λες και ήμουν κανένα παιδάκι πέντε χρονών. Δουλεύαμε σε ακραίες συνθήκες, σε γυμναστήρια με πολλές ελλείψεις. Συνέχεια διάδρομο, χωρίς προπόνηση.
Στο Τόκιο πήγα μόνη μου, δεν έστειλαν τον προπονητή μου. Μου στοίχισε πολύ αυτό, αλλά παρόλα ταύτα βγήκα έβδομη και μάλιστα μετά από μία πολλή μεγάλη αδικία που με πίκρανε πάρα πολύ. Η ελληνική ομοσπονδία δεν έκανε ένσταση, παρότι θα έπρεπε. Ήταν η μοναδική φορά που σκέφτηκα να παρατήσω τον αθλητισμό. Πάλευα με μία Γιαπωνέζα και μετά από μία λαβή οι διαιτητές θεώρησαν ότι παραδόθηκα, ενώ φανερά δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο. Επέμενα, ότι δεν παραδόθηκα, αλλά αυτοί έδωσαν το παιχνίδι. Δεν θέλω να επεκταθώ για τον λόγο που η ελληνική ομοσπονδία δεν έκανε ένσταση. Για τους Παραολυμπιακούς στο Παρίσι βρέθηκαν άνθρωποι, μας συμπαραστάθηκαν και προετοιμαστήκαμε πολύ καλά. Στοχεύσαμε στο μετάλλιο και δόξα το Θεό ήρθε. Πάμε για ακόμα πιο ψηλά. Αυτό είναι μεγάλη δέσμευση και ευθύνη, γιατί το να παραμείνεις στην κορυφή είναι ακόμα δυσκολότερο. Ο μεγάλος στόχος, πλέον, είναι το Λος Άντζελες το 2028.
Από πού αντλείς τις ψυχικές δυνάμεις που χρειάζονται για να κάνεις αθλητισμό και ιδίως τζούντο χωρίς να βλέπεις;
Δεν με επηρεάζει αυτό. Η δύναμη που αντλώ γενικά στην ζωή μου είναι από τον Θεό. Εκεί ακουμπάω και στηρίζομαι, όταν απογοητεύομαι. Αστείρευτη δύναμη παίρνω και από τον δάσκαλό μου που είναι πάντα δίπλα μου, με σηκώνει όταν πέφτω και χαίρεται διπλά από εμένα στις επιτυχίες μου. Του χρωστάω πολλά και ως αθλήτρια και ως άνθρωπος.
«Ξεσπάω στο τραγούδι, στη μουσική και στη ποίηση»
Δεν έχεις οπτικά ερεθίσματα, πώς οραματίζεται το άθλημα και τις κινήσεις σου;
Δεν το οραματίζομαι. Το κάνω. Τις κινήσεις, είτε μου τις δείχνει ο δάσκαλός μου πάνω μου, είτε μου τις περιγράφει με λόγια.
Περίγραψέ μας ένα συνηθισμένο καθημερινό σου πρόγραμμα…
Ξυπνάω λίγο πριν από τις 6 το πρωί, ετοιμάζω πρωινό, προετοιμάζομαι, βγαίνω στις 7 και πάω βόλτα τον σκύλο μου και στις 8 ξεκινάω την πρωινή ατομική προπόνηση με τον δάσκαλό μου. Έπειτα επιστρέφω σπίτι, μαγειρεύω, κάνω τις δουλειές του σπιτιού και ξεκουράζομαι. Διαβάζω ισπανικά και ασχολούμαι με τη βυζαντινή μουσική. Μετά έχω απογευματινή προπόνηση με την ομάδα. Το βράδυ ξεκούραση. Ως συνήθως έχω διπλές προπονήσεις. Τα Σαββατοκύριακα είναι πιο ελεύθερα, ειδικά οι Κυριακές. Τις περνάω στο σπίτι «νεκρή» σε έναν καναπέ, είτε με καλή παρέα απολαμβάνοντας μία βόλτα, έναν καφέ, μία συζήτηση, ή ξεσπώντας στο τραγούδι που είναι η πολύ μεγάλη μου αγάπη. Ξεκίνησα από μικρή παραδοσιακή μουσική της Σμύρνης, είμαι Πόντια, οπότε, ό,τι σχετίζεται με Πόντο, Σμύρνη και Μικρά Ασία με αγγίζει πάρα πολύ. Από 12 ετών παίζω και το μουσικό όργανο «κανονάκι». Μου αρέσει, επίσης, να γράφω ποιήματα. Μου αρέσουν οι τέχνες γενικά».
«Η μετακίνηση στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς σκύλο οδηγό είναι… Γολγοθάς»
Πώς είναι η μετακίνηση στους δρόμους της Θεσσαλονίκης για ένα άτομο χωρίς όραση;
Χωρίς σκύλο οδηγό είναι ένας… Γολγοθάς. Με δρόμους γεμάτους εμπόδια, αυτοκίνητα, με τραπεζοκαθίσματα σε μέρη όπου δεν επιτρέπονται, κολώνες, δέντρα στη μέση του πεζοδρομίου και ανθρώπους που τους λείπει η ενσυναίσθηση γενικότερα, όχι μόνο απέναντι σε όσους έχουν κάποια αναπηρία. Βελτιώθηκαν θεματικά όλα με τον σκύλο οδηγό την Τζόις μου, έκανε τις διαδρομές μου παιχνιδάκι, κυκλοφορώ πολύ άνετα και γρήγορα. Τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα παραμένουν ένα εμπόδιο. Πολλές φορές σχηματίζουν ένα πι και δεν μπορεί να περάσει ούτε μία κυρία με το μωρό της από το πεζοδρόμιο. Είναι κάτι που ασχημαίνει την πόλη μας και προσβάλει την κουλτούρα μας.
-Η στάση των Θεσσαλονικέων απέναντι στα άτομα με αναπηρία ποια είναι;
Η Θεσσαλονίκη είναι μια ζεστή πόλη με ανθρώπους πρόθυμους να βοηθήσουν. Δεν την αλλάζω την πόλη μας. Δεν αντιμετώπισα, πλην εξαιρέσεων, τραγικές συμπεριφορές. Είμαστε πιο ανθρώπινα εδώ από το εξωτερικό. Έχουμε πολλές ελλείψεις σε επίπεδο κουλτούρας, αλλά δεν μας λείπει το κομμάτι της ανθρωπιάς, ακόμα τουλάχιστον. Όλα αυτά βέβαια ισχύουν στο μέτρο που δεν χάνουμε κάτι εμείς. Όπως για παράδειγμα, χρόνο για να βρούμε πάρκινγκ και έτσι κλείνουμε τις μπάρες. Από την άλλη στο εξωτερικό σέβονται τους νόμους και τους κανόνες.
Μετά τον πρωταθλητισμό πώς φαντάζεσαι την ζωή σου;
Φαντάζομαι σε μερικά χρόνια να έχω οικογένεια και παιδιά, που τα αγαπώ πάρα πολύ και μία δουλειά που θα με ευχαριστεί, να συνδυάζει παιδιά και μουσική. Δεν είμαι γυναίκα καριέρας.
Το τζούντο τι σου πρόσφερε;
Πάρα πολλά. Από το πώς να λύνω τα προβλήματά μου και να είμαι πειθαρχημένη μέχρι το πώς να σηκώνομαι στη ζωή μου όταν πέφτω. Μου έχει μάθει, ότι δεν είναι κακό, αν πέσουμε να μείνουμε κάτω για όσο χρειασθεί, γιατί, όταν σηκωθούμε θα είμαστε πολύ πιο δυνατοί. Το τζούντο είναι μία μικρογραφία της ζωής. Σου δείχνει να είσαι μαχητής και να μην τα παρατάς ποτέ. Μου πρόσφερε, επίσης, πολλές φιλίες, συγκινήσεις και χαρές, αλλά και ταχυπαλμίες. Με έκανε καλύτερο άνθρωπο. Συνδυάζει άρτια σωματική κατάσταση και πολύ δουλεμένο μυαλό.
Πώς ήταν η εμπειρία από τους Παραολυμπιακούς στο Παρίσι;
Εκεί διαπίστωσα, ότι το τζούντο είναι περιθωριοποιημένο στην Ελλάδα. Αντίθετα, στη Γαλλία θεωρείται το δεύτερο δημοφιλέστερο άθλημα μετά το ποδόσφαιρο. Ήταν γεμάτες οι κερκίδες στους αγώνες μας. Ήταν τρομερό το κοινό, σαν αγώνας ποδοσφαίρου στην Ελλάδα. Στην αρχή πανικοβλήθηκα. Τελικά λειτούργησε πολύ θετικά. Εδώ λείπει το υψηλό αγωνιστικό επίπεδο. Μας λείπει και η δημόσια προβολή του αθλήματος, αλλά και το ενδιαφέρον του κοινού.
«Στην Ελλάδα υπάρχουν μόνο οπαδοί, όχι φίλαθλοι»
Τι σε ενοχλεί περισσότερο στον ελληνικό αθλητισμό;
Ο οπαδισμός. Στη Γαλλία οι άνθρωποι που παρακολουθούν αθλητικούς αγώνες, δεν είναι οπαδοί, είναι φίλαθλοι. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν φίλαθλοι. Πάω στο γήπεδο σε αγώνες μπάσκετ των Εθνικών ομάδων. Οι ίδιοι οι διοργανωτές στα μεγάφωνα σχεδόν προτρέπουν τον κόσμο να γιουχάρει, όταν παίρνει την μπάλα η ξένη ομάδα. Είναι αυτό πολιτισμικό στοιχείο της Ελλάδας μας; To θεωρώ γελοίο. Είναι ανεπίτρεπτο. Συμβαίνει μόνο εδώ. Η ομάδα λένε είναι ιδέα. Η ομάδα είναι μόνο το σήμα. Την απαρτίζουν παίκτες και παράγοντες, που αύριο θα έχουν φύγει άπαντες. Δεν αγαπούν το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα, αγαπούν την βία και το βρίσιμο, μόνο αθλητισμός δεν είναι αυτό το πράγμα.
Σε τι επίπεδο βρισκόμαστε ως κοινωνία και κρατική δομή στην αντιμετώπιση των ατόμων με αναπηρίες;
Το επίπεδο επιδέχεται μεγάλων βελτιώσεων… Μόνο αυτό μπορώ να πω.