Α. Αθανασουλας

Η χαμένη ευκαιρία και το στοίχημα για τις πράσινες κατασκευές

Ακούστε το άρθρο 8'
29.04.2025 | 08:00
Η μετάβαση σε αειφόρα κτίρια δεν είναι πλέον μια επιλογή, αλλά μια αδήριτη ανάγκη που αφορά τόσο το παρόν όσο και το μέλλον του πλανήτη μας. Με την κλιματική κρίση να γίνεται όλο και πιο έντονη, η δόμηση και η διαχείριση κτιρίων παγκοσμίως ευθύνεται για το 40% του συνολικού αποτυπώματος άνθρακα.

Στην Ελλάδα, ωστόσο, τα βήματα προς μια πιο πράσινη προσέγγιση στην οικοδομική δραστηριότητα παραμένουν αργά, με τα πιστοποιημένα αειφόρα κτίρια να είναι ελάχιστα.

Ο Αλέξανδρος Αθανασούλας, Πρόεδρος του SBC Greece (Συμβούλιο Αειφόρων Κτιρίων), του εθνικού σκέλους του World Green Building Council (Παγκόσμιο Συμβούλιο Πράσινων Κτιρίων), αναδεικνύει στα Μακεδονικά Νέα τη σημασία της αειφορίας στον κατασκευαστικό κλάδο, τονίζοντας ότι η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά σε σχέση με άλλες χώρες, ιδίως της Σκανδιναβίας, όπου τα αειφόρα κτίρια αποτελούν πλέον τον κανόνα. Παρά τις συζητήσεις και τα κλιματικά καμπανάκια που ηχούν αδιάκοπα, η ενσωμάτωση της αειφορίας στα ελληνικά κτίρια προχωρά με αργούς ρυθμούς και η κοινωνία δεν έχει ακόμα ενσωματώσει τη ζήτηση για πράσινα κτίρια στην καθημερινότητά της. «Οι θεσμοί, οι μηχανικοί και οι πολίτες πρέπει να συνεργαστούν για τη μετάβαση σε ένα αειφόρο δομημένο περιβάλλον», είπε χαρακτηριστικά.

Το SBC Greece που κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση έχει αναλάβει πρωτοβουλίες για τη διάδοση της αειφορίας στον κατασκευαστικό τομέα, επικεντρώνοντας σε τρεις βασικούς πυλώνες, τη διαβούλευση και τις θεσμικές παρεμβάσεις, με στόχο την προώθηση ενός πλαισίου που θα διευκολύνει την ανάπτυξη πράσινων κτιρίων, την εκπαίδευση και διάδοση γνώσης, ώστε να ενημερωθούν τόσο οι επαγγελματίες του χώρου όσο και οι πολίτες για τα οφέλη της αειφορίας, καθώς και η προώθηση των πιστοποιήσεων όπως τα διεθνώς αναγνωρισμένα LEED, BREEAM και DGNB, που αποτελούν εγγύηση για την αειφορία των κατασκευών.

Οπισθοδρόμηση αντί για πρόοδο

Στην Ελλάδα υπάρχουν μόλις 100 πιστοποιημένα αειφόρα κτίρια, στη συντριπτική πλειοψηφία τους επαγγελματικοί χώροι, ενώ ελάχιστα αφορούν κατοικίες ή εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στη Θεσσαλονίκη, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Hub26, ένα από τα ελάχιστα πιστοποιημένα κτίρια της πόλης. Την ίδια στιγμή, η αναστολή του νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ) από το Συμβούλιο της Επικρατείας δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στην ανάπτυξη της πράσινης δόμησης, καθώς καταργεί τα μπόνους δόμησης για τα αειφόρα κτίρια, αποθαρρύνοντας τις επενδύσεις στον τομέα.

Η απόδοση των αειφόρων κτιρίων

Αν και το αρχικό κόστος κατασκευής ενός αειφόρου κτιρίου μπορεί να είναι κατά 5% υψηλότερο από ένα συμβατικό κτίριο, η επένδυση αυτή αποδίδει σημαντικά σε βάθος χρόνου. Συγκεκριμένα, η απόδοσή τους είναι πολλαπλάσια αυξημένη, γεγονός που καθιστά το αρχικό κόστος μια επένδυση με υψηλή απόδοση ενώ σύμφωνα και με έρευνες, τα αειφόρα κτίρια παρουσιάζουν μεγαλύτερη ενεργειακή αποδοτικότητα και χαμηλότερα λειτουργικά κόστη. Επίσης, η αξία τους στην αγορά είναι υψηλότερη, καθιστώντας τα ελκυστικά για ιδιώτες και επιχειρήσεις. «Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι το ίδιο το κόστος, αλλά η έλλειψη χρηματοδοτικών εργαλείων που θα επιτρέψουν την υλοποίηση τέτοιων έργων σε μεγαλύτερη κλίμακα», επισήμανε στα Μακεδονικά Νέα ο κ. Αθανασούλας.

Πρόσθεσε δε ότι η ευαισθητοποίηση του κοινού είναι κρίσιμη, καθώς όσο η κοινωνία δεν απαιτεί αειφόρα κτίρια, η ανάπτυξή τους θα καθυστερεί. Παράλληλα, η κρατική παρέμβαση είναι απαραίτητη, τόσο μέσω οικονομικών κινήτρων όσο και μέσω κανονισμών που θα καταστήσουν την αειφορία αναπόσπαστο κομμάτι του οικοδομικού τομέα.

Εκτός από τα οικονομικά οφέλη, τα αειφόρα κτίρια προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ζωής στους χρήστες τους. Για παράδειγμα, με τη χρήση υλικών φιλικών προς το περιβάλλον, καλύτερη μόνωση και φυσικό φωτισμό, μειώνουν την έκθεση σε τοξικές ουσίες, αυξάνουν την ανθεκτικότητα και ασφάλεια και συμβάλλουν στη γενικότερη ευεξία των ενοίκων.

Πέρα από τη νέα δόμηση, σημαντικό πρόβλημα αποτελεί και το υφιστάμενο κτιριακό απόθεμα της χώρας, καθώς το 55% των κτιρίων στην Ελλάδα κατασκευάστηκε πριν από το 1980, με πολύ χαμηλές προδιαγραφές ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με τον κ. Αθανασούλα. Ο εκσυγχρονισμός αυτών των κτιρίων είναι ζωτικής σημασίας, αλλά απαιτεί στοχευμένες δράσεις και χρηματοδοτικά εργαλεία.

Πράσινες επενδύσεις

Παρότι η πλειονότητα των κατασκευών εξακολουθεί να ακολουθεί τα παλιά πρότυπα, όλες οι μεγάλες επενδύσεις στη χώρα, όπως το Ελληνικό, προσπαθούν να ενσωματώσουν τις αρχές της αειφορίας και να πιστοποιηθούν σύμφωνα με διεθνή πρότυπα, υποστήριξε ο κ. Αθανασούλας. Ωστόσο, αυτές οι περιπτώσεις παραμένουν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για γενικευμένη εφαρμογή τέτοιων πρακτικών.

Η προοπτική για το μέλλον

Η πρωτοβουλία BuildingLife, που προωθείται από το SBC Greece, στοχεύει στην ενοποίηση των συστημάτων πιστοποίησης των κτιρίων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή των πράσινων πρακτικών. Επιπλέον, οι δημοτικές και περιφερειακές αρχές καλούνται να παίξουν ενεργό ρόλο, υιοθετώντας πρότυπα αειφορίας και στα δημόσια κτίρια, όπως υποστήριξε ο κ. Αθανασούλας.

Η μετάβαση συνεπώς σε αειφόρα κτίρια δεν είναι μια πολυτέλεια, αλλά μια αναγκαιότητα για το περιβάλλον, την οικονομία και την ποιότητα ζωής. «Η Ελλάδα οφείλει να επιταχύνει τις διαδικασίες, να ξεπεράσει γραφειοκρατικά εμπόδια και να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τη βιώσιμη ανάπτυξη του δομημένου χώρου. Η ώρα για δράση είναι τώρα», είπε καταλήγοντας ο πρόεδρος του SBC.

Δήμητρα Τάγκα