ΝΔ: Μήπως τελικά στο ΠΑΣΟΚ τους ενδιαφέρει μόνο η εργαλειοποίηση της τραγωδίας των Τεμπών;

Ακούστε το άρθρο 8'
19.03.2025 | 18:15
«Τελικά θέλει το ΠΑΣΟΚ να δει τον κ. Τριαντόπουλο στον φυσικό του δικαστή, όπως επιτακτικά ζητούσε; Ή τώρα που ο ίδιος ο κ. Τριαντόπουλος το επιδιώκει, αλλάζει η στάση του;» αναφέρει σε ανακοίνωσή του το γραφείο Τύπου της Νέας Δημοκρατίας και προσθέτει «Μήπως τελικά τους ενδιαφέρει μόνο η εργαλειοποίηση της τραγωδίας των Τεμπών;»

Παραπομπή στον φυσικό δικαστή

Υπνεθυμίζεται πως η ενέργεια του πρώην υφυπουργού Χρήστου Τριαντόπουλου να ζητήσει την παραπομπή του απευθείας στο Δικαστικό Συμβούλιο, προκειμένου να μην υπάρξει η παραμικρή σκιά περί δήθεν κοινοβουλευτικής «συγκάλυψης» και να αποδοθεί πλήρως η δικαιοσύνη, δημιουργεί νέα δεδομένα στη διερεύνηση της τραγωδίας.

Η Προανακριτική Επιτροπή, που έχει προγραμματιστεί να συνεδριάσει το πρωί της Πέμπτης θα πρέπει να εισηγηθεί την άσκηση δίωξης εναντίον του για το συγκεκριμένο αδίκημα της παράβασης καθήκοντος, και η Ολομέλεια της Βουλής να αποφασίσει σε μυστική ψηφοφορία την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο.

Όσον αφορά τη διαδικασία, η πρόταση της Προανακριτικής Επιτροπής θα πρέπει να εγκριθεί ή να απορριφθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των βουλευτών (151 ψήφους), ενώ για την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, η κατηγορία θα πρέπει να ελεγχθεί από δικαστικό συμβούλιο για το αν είναι βάσιμη ή όχι.

Το δικαστικό συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου θα ορίσει έναν ανακριτή, ο οποίος στην ουσία θα αναλάβει τη δουλειά της προανακριτικής επιτροπής. Αν του αποδώσει ευθύνη, τότε θα προχωρήσει η συγκρότηση Ειδικού Δικαστηρίου.

Εφόσον ακολουθηθούν οι προαναφερόμενες διαδικασίες δεν θα εξεταστούν μάρτυρες στην Προανακριτική Επιτροπή.

Η επιστολή του Χρήστου Τριαντόπουλου

Με επιστολή του προς τον Πρόεδρο της Προανακριτικής Επιτροπής, ο Χρήστος Τριαντόπουλος κατέθεσε αίτημα για παραπομπή του απευθείας στο Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου. Ο πρώην υφυπουργός, τονίζει μεταξύ άλλων πως είναι απολύτως αθώος και ζητά να παραπεμφθεί στη δικαιοσύνη, όπως προβλέπεται στο Σύνταγμα και στο νόμο περί ευθύνης υπουργών.

Επί της ουσίας με την επιστολή του αυτή ο πρώην υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, ζητά να κριθεί από το φυσικό δικαστή. Δηλώνει ότι είναι αθώος και αναφέρει μεταξύ άλλων στην επιστολή του προς τον πρόεδρο της Προανακριτικής κ. Παναγή Καππάτο ότι «ένα τραγικό δυστύχημα που συγκλόνισε το πανελλήνιο έχει εργαλειοποιηθεί από την αντιπολίτευση, προς απόσπαση πρόσκαιρων πολιτικών ωφελημάτων. Υπό αυτές τις συνθήκες, φοβούμαι πως το όποιο πόρισμα εκδώσει η Επιτροπή σας θα αποτελέσει αντικείμενο έντονης αμφισβήτησης και αντιπαράθεσης, η οποία μοιραία θα με ακολουθεί στο υπόλοιπο του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μου. Και η ακεραιότητά μου, στα μάτια των συμπολιτών μου, είναι κάτι που δεν είναι, για εμένα τουλάχιστον, διαπραγματεύσιμο».

Ακόμα λέει ότι «επιθυμία μου είναι, όσο παράδοξο και εάν τούτο εκ πρώτης μπορεί να φαντάζει, να κριθώ από την τακτική Δικαιοσύνη, κατά τα προβλεπόμενα στο Σύνταγμα και στη νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών, αφού οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί διαθέτουν εγγυημένη ανεξαρτησία και αμεροληψία, αλλά και αυξημένες γνώσεις και κύρος».

Και επαναλαμβάνει: «Δεν έχω τίποτα να κρύψω, ούτε να φοβηθώ. Έχω απόλυτη πίστη στην αθωότητά μου και τυφλή εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, η οποία και επιθυμώ να με κρίνει απευθείας, ως σας ζητώ δια της παρούσας να πράξετε, λαμβάνοντας σχετική απόφαση».

Αναλυτικά αναφέρει: 

«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε και μέλη της Επιτροπής,

Όπως γνωρίζετε, μετά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής συστάθηκε η Επιτροπή σας, η οποία οφείλει να εξετάσει με ακεραιότητα και αμεροληψία την αποδιδόμενη σε εμένα κατηγορία, όπως αυτή οριοθετήθηκε από την πρόταση του ΠΑΣΟΚ, πρόταση που υπερψήφισε, με δική μου προτροπή, η πλειοψηφία, ώστε να κριθεί εάν υπάρχουν οι απαιτούμενες απλές ενδείξεις προς κίνηση σε βάρος μου ποινικής διώξεως για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος.

Όπως εξ αρχής δήλωσα, είμαι απολύτως αθώος όσων η πρόταση τούτη μου αποδίδει, κάτι που προκύπτει από μια στοιχειώδη -πλην όμως ψύχραιμη- επισκόπηση και της πρότασης του ΠΑΣΟΚ, και προς τούτο άλλωστε και ήμουν ο πρώτος που ζήτησε τη διερεύνηση της υπόθεσης, προκειμένου καμία σκιά να μην πλανάται ως προς την Αλήθεια.

Δυστυχώς, είναι εμφανές ότι διάγουμε μια περίοδο ακραίας πολιτικής πόλωσης όπου, κατά την άποψή μου, ένα τραγικό δυστύχημα που συγκλόνισε το πανελλήνιο έχει εργαλειοποιηθεί από την αντιπολίτευση, προς απόσπαση πρόσκαιρων πολιτικών ωφελημάτων.

Υπό αυτές τις συνθήκες, φοβούμαι πως το όποιο πόρισμα εκδώσει η Επιτροπή σας θα αποτελέσει αντικείμενο έντονης αμφισβήτησης και αντιπαράθεσης, η οποία μοιραία θα με ακολουθεί στο υπόλοιπο του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μου. Και η ακεραιότητά μου, στα μάτια των συμπολιτών μου, είναι κάτι που δεν είναι, για εμένα τουλάχιστον, διαπραγματεύσιμο.

Επειδή λοιπόν δεν θα ήθελα η κρίση σας, επί της υποθέσεώς μου, να εκληφθεί ως ενδεχομένως εδραζόμενη στην πολιτική και κομματική ταυτότητα των μελών της Επιτροπής σας, επιθυμία μου είναι, όσο παράδοξο και εάν τούτο εκ πρώτης μπορεί να φαντάζει, να κριθώ από την τακτική Δικαιοσύνη, κατά τα προβλεπόμενα στο Σύνταγμα και στη νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών, αφού οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί διαθέτουν εγγυημένη ανεξαρτησία και αμεροληψία, αλλά και αυξημένες γνώσεις και κύρος.

Από την πρώτη στιγμή της εμπλοκής μου στην πολιτική, θεωρώ ακράδαντα και το ακολουθώ, πως η στάση, η πορεία και οι επιλογές ενός πολιτικού πρέπει να συνιστούν παράδειγμα για την κοινωνία και την πατρίδα που θέλουμε να έχουμε για τα παιδιά μας και τις επόμενες γενιές.
Επαναλαμβάνω ότι δεν έχω τίποτα να κρύψω, ούτε να φοβηθώ. Έχω απόλυτη πίστη στην αθωότητά μου και τυφλή εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, η οποία και επιθυμώ να με κρίνει απευθείας, ως σας ζητώ δια της παρούσας να πράξετε, λαμβάνοντας σχετική απόφαση.»