Και πώς μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, άλλωστε, από τη στιγμή που η συμμετοχή της πόλης στο υπουργικό συμβούλιο αυξήθηκε κατά δυο υφυπουργούς. Μπορεί εκλεγμένη στο κοινοβούλιο να είναι μόνο η Άννα Ευθυμίου, αλλά και ο πρώην Πρύτανης του ΑΠΘ, Νίκος Παπαϊωάννου, έχει δώσει τα διαπιστευτήριά του και έχει αποδείξει ότι γνωρίζει από θέσεις ευθύνης.
Η ουσία είναι ότι η εκπροσώπηση της Θεσσαλονίκης δεν αυξήθηκε μόνο αριθμητικά, αλλά ενισχύθηκε και ποιοτικά, γεγονός που μόνο οφέλη μπορεί να προσδώσει σε μια πόλη η οποία μερικές δεκαετίες πριν ζούσε με την ψευδαίσθηση της «πρωτεύουσας των Βαλκανίων» και μόλις τα τελευταία χρόνια κατάφερε να κάνει σημαντικά βήματα προόδου σε ό,τι αφορά στις υποδομές της. Και δεν χωρά καμία αμφιβολία ότι μπορεί να κάνει ακόμα περισσότερα και πιο αποφασιστικά, εφόσον γίνει ακόμα πιο ισχυρή και στενή η συνεργασία μεταξύ των τοπικών αρχών και των Θεσσαλονικέων υφυπουργών, που όλοι τους κατέχουν θέσεις-κλειδιά όσον αφορά στην προώθηση παρεμβάσεων που θα αναβαθμίσουν τις αναπτυξιακές δυναμικές και προοπτικές της ευρύτερης περιοχής μας.
Ο υφυπουργός Μακεδονίας-Θράκης, Κωνσταντίνος Γκιουλέκας, έχει αναδείξει τον συντονιστικό ρόλο του ΥΜΑΘ. Σχεδόν όλο το υπουργικό συμβούλιο πέρασε την πόρτα του Διοικητηρίου και συζήτησε μαζί του όλα τα σημαντικά έργα υποδομής που βρίσκονται στη φάση της ολοκλήρωσης, της μελέτης ή του σχεδιασμού. Το, δε, συντονιστικό συμβούλιο κατάφερε να φέρει στο ίδιο τραπέζι όλους τους θεσμικούς φορείς της Θεσσαλονίκης και οι αποφάσεις που λαμβάνονται στις συνεδριάσεις του να είναι ομόφωνες. Ίσως για πρώτη φορά, οι φορείς της πόλης αποφασίζουν οι ίδιοι για θέματα της πόλης και το γεγονός της «κοινής γραμμής» αντανακλάται στην ταχύτατη υλοποίηση αυτών των αποφάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι θέσεις προσωρινής στάθμευσης στη ΔΕΘ και στο λιμάνι, που έτρεξαν με ταχείς ρυθμούς, αλλά και συνολικά η διαχείριση των παρεμβάσεων που απορρόφησαν ένα μεγάλο μέρος του κυκλοφοριακού ζητήματος που προκλήθηκε λόγω των αναγκαίων εργασιών για τοFlyOver.
Η Έλενα Ράπτη, από την πλευρά της, «έγραψε» άπειρα χιλιόμετρα και είχε διαδοχικές συναντήσεις με όλους τους φορείς του τουρισμού. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να δώσει σημαντικούς πόντους στο τουριστικό brand «Ελλάδα» και «Βόρεια Ελλάδα», κερδίζοντας την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση ενός κλάδου που συνεισφέρει πολύτιμες δυνάμεις στο εθνικό ΑΕΠ. Πλέον, από σήμερα καλείται να διαχειριστεί το χαρτοφυλάκιο της Υφυπουργού Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, έχοντας προηγουμένως «τρέξει» με επιτυχία την γνωστή καμπάνια «ένα στα πέντε» για μικρά παιδιά. Άρα, το αντικείμενο δεν της είναι άγνωστο.
Όσον αφορά στον Δημήτρη Βαρτζόπουλο, συνεχίζει το έργο του στο υπουργείο Υγείας, έχοντας πιστωθεί τη συστηματική δουλειά που έκανε στη μεταρρύθμιση της ψυχικής υγείας. Γιατρός ο ίδιος, γνωρίζει εκ των έσω τα ζητήματα ενός ευαίσθητου χώρου, ενώ παρακολουθεί στενά και την κατασκευή του Παιδιατρικού Νοσοκομείου στο Φίλυρο.
Η παραμονή του Νίκου Ταχιάου στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, όταν μάλιστα αποχώρησαν οι Χρήστος Σταϊκούρας και Βασίλης Οικονόμου, ξάφνιασε πολλούς. Όμως η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη έγινε με κριτήριο την παράδοση της βασικής γραμμής του Μετρό της Θεσσαλονίκης. Ανέλαβε ένα δύσκολο έργο, σύνθετο και με ιδιαιτερότητες και κατάφερε να φέρει εις πέρας την αποστολή που του ανέθεσε ο Πρωθυπουργός. Δεδομένου, μάλιστα, ότι προχωρά η επέκταση του Μετρό προς την Καλαμαριά, θα αποτελούσε μεγάλο ρίσκο το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο να ανατεθεί σε άλλο πρόσωπο που θα χρειαζόταν χρόνο έως ότου αποκτήσει βηματισμό. Και στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει ούτε… δευτερόλεπτο για χάσιμο, δεδομένου ότι το έργο έχει ορίζοντα ολοκλήρωσης το τέλος του 2025.
Η Θεσσαλονίκη, λοιπόν, έχει ισχυρότερη παρουσία και άρα δυνατότερη «φωνή» στα λεγόμενα κέντρα των αποφάσεων. Απομένει να ενώσει τις δυνάμεις της, να επωφεληθεί της ευκαιρίας και να αξιοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της, ώστε να καθιερωθεί ως σημείο αναφοράς στα Βαλκάνια και τη Ν.Α. Ευρώπη. Με λίγα λόγια, η βελτίωση των υποδομών, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και η ανάπτυξη της κοινωνικής συνοχής μπορεί να γίνει πράξη, συμπαρασύροντας συνολικά τη Μακεδονία και τη Θράκη. Άλλωστε, επί 5,5 χρόνια ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι στον δικό του τρόπο σκέψης Βόρεια Ελλάδα δεν είναι μόνο η Θεσσαλονίκη.