Από τον Έβρο στα Τέμπη: Δύο πρόσωπα του ίδιου κράτους

09.04.2025 | 08:00

Η επιτυχής αντιμετώπιση της κρίσης του Έβρου το 2020 ανέδειξε ένα θετικό παράδειγμα κρατικής εγρήγορσης, συντονισμού και αποτελεσματικής άμυνας απέναντι σε μια οργανωμένη και πολυεπίπεδη πρόκληση. 

Με έγκαιρη προειδοποίηση από την ΕΥΠ, αποφασιστικότητα από τις Ένοπλες Δυνάμεις και συντονισμό με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η Ελλάδα κατάφερε να προστατεύσει τα σύνορά της και να αποφύγει μια μαζική παράνομη είσοδο.

Ωστόσο, η κρατική αντίδραση σε μια άλλη περίπτωση —αυτή του πολύνεκρου δυστυχήματος στα Τέμπη— ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη.

 Όχι μόνο δεν υπήρξε θεσμική εγρήγορση, αλλά αντίθετα διαφάνηκε μια αδυναμία διάκρισης ανάμεσα στην τεκμηριωμένη πληροφόρηση και την ευφάνταστη παραπληροφόρηση.

Το παράδειγμα των Τεμπών: Δολιοφθορά ή πολιτική εργαλειοποίηση της φαντασίας;

Μετά το τραγικό δυστύχημα, ξεκίνησε η διάδοση θεωριών περί «παράνομου φορτίου», «ευφλέκτων υλικών», «εκρήξεων» και «πυροσφαιρών», οι οποίες δεν υποστηρίχθηκαν από καμία επίσημη, τεχνικά τεκμηριωμένη, ανεξάρτητη πηγή. 

Ωστόσο, οι θεωρίες αυτές απέκτησαν δημόσιο λόγο, πολιτική χροιά και χρησιμοποιήθηκαν ως όχημα για τη δημιουργία μαζικής πολιτικής πίεσης και οργής.

Το αποκορύφωμα αυτής της περιόδου ήταν το περίφημο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΜ (Ειδικός Οργανισμός Διερεύνησης Ασφαλείας Συγκοινωνιακών Ατυχημάτων Μεταφορών), το οποίο υιοθέτησε, ή τουλάχιστον έδωσε βάση, σε αναλύσεις ανθρώπων οι οποίοι —όπως αργότερα αποδείχθηκε— δεν πληρούσαν τα απαραίτητα επιστημονικά κριτήρια, ούτε είχαν την αρμοδιότητα να γνωμοδοτούν επί τεχνικών ζητημάτων τέτοιας σπουδαιότητας. 

Ακόμα πιο προβληματικό είναι ότι το πόρισμα αυτό επικαλέστηκε ανύπαρκτες ή ανακριβείς «γνωμοδοτήσεις» πανεπιστημίων όπως της Γάνδης και της Πίζας, τα οποία επισήμως διέψευσαν οποιαδήποτε εμπλοκή ή σχετικό συμπέρασμα.

Πόρισμα ΕΟΔΑΣΑΜ και επίσημες διαψεύσεις

Το Πανεπιστήμιο της Γάνδης διέψευσε ρητά ότι συνέταξε οποιαδήποτε μελέτη ή πόρισμα σχετικό με το δυστύχημα στα Τέμπη ή με το φορτίο της αμαξοστοιχίας, επισημαίνοντας ότι καμία τέτοια εργασία δεν παρήχθη, ούτε ζητήθηκε από αρμόδιους φορείς. 

Παρόμοια διάψευση ήρθε και από την πλευρά του Πανεπιστημίου της Πίζας, το οποίο δεν αναγνώρισε καμία επιστημονική συμβολή στην υπόθεση.

Παρόλα αυτά, οι αναφορές σε αυτά τα πανεπιστήμια έγιναν αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης.

Στο μεταξύ, οικογένειες θυμάτων, με δημόσιες τοποθετήσεις τους τόνισαν πως ουδέποτε πείστηκαν ότι υπήρξε «παράνομο φορτίο», ενώ επεσήμαναν ότι τέτοιες θεωρίες αποπροσανατόλισαν από τις πραγματικές ευθύνες.

Κρατική αδράνεια, θεσμική σιωπή και μαζική χειραγώγηση

Αντί η Πολιτεία να διασταυρώσει άμεσα και με σαφήνεια τις πληροφορίες που ανακυκλώνονταν στον δημόσιο διάλογο, επέτρεψε την κυκλοφορία ψευδών ή στρεβλωμένων αφηγήσεων, οι οποίες έδωσαν ώθηση σε ένα κύμα πολιτικής αποσταθεροποίησης. 

Δύο φορές, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους, κινητοποιημένοι εν μέρει και από θεωρίες που δεν άντεξαν σε επιστημονικό ή λογικό έλεγχο.

Το φαινόμενο αυτό δεν συνιστά απλώς κακή διαχείριση της επικοινωνίας. 

Αποτελεί δομικό πρόβλημα ενός κράτους που, ενώ αποδείχθηκε ικανό να λειτουργήσει αποτελεσματικά στον Έβρο, απέτυχε να φιλτράρει, να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει βασικές πληροφορίες σε μια υπόθεση με ισχυρό δημόσιο και εθνικό αποτύπωμα.

Συμπέρασμα: Το κράτος οφείλει να είναι συνεπές

Η τραγωδία στα Τέμπη αποτέλεσε σημείο αναφοράς για την ελληνική κοινωνία, αναδεικνύοντας τόσο τις αδυναμίες όσο και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το κράτος στη διαχείριση κρίσεων και πληροφοριών. Σε αντίθεση με την αποτελεσματική αντίδραση στην κρίση του Έβρου, η περίπτωση των Τεμπών ανέδειξε την ανικανότητα του κρατικού μηχανισμού να αναχαιτίσει τη μαζική διασπορά ανακριβών ή αντιεπιστημονικών θεωριών. 

Η απουσία έγκαιρης διάψευσης από θεσμικά χείλη, η απροθυμία ελέγχου της επιστημονικής εγκυρότητας των πηγών και η αδυναμία θωράκισης της κοινής γνώμης από πολιτικά εργαλειοποιημένη παραπληροφόρηση συνθέτουν ένα επικίνδυνο αντιπαράδειγμα.

Η διαχείριση της αλήθειας δεν είναι λιγότερο σημαντική από τη διαχείριση της ασφάλειας. Και σε αυτή τη δεύτερη μεγάλη δοκιμασία, η Πολιτεία απέτυχε να φανεί αντάξια της αποστολής της.

 *Ο Σταύρος Γκουγκουλούδης είναι δικηγόρος

Σταύρος Γκουγκουλούδης