Στη συνέντευξή του στα Μακεδονικά Νέα, ο κ. Σταμούλης εξετάζει τις έννοιες του κενού και της αποξένωσης στη σύγχρονη ζωή και θέτει το ερώτημα: πώς μπορούμε να βρούμε νόημα σε έναν κόσμο που μοιάζει να χάνει την πορεία του;
Διαβάστε τη συνέντευξη του κ. Χρυσόστομου Σταμούλη στη Χρύσα Νάνου
Πώς αντιλαμβάνεστε τον όρο «κενό» που χρησιμοποιείτε στον τίτλο του βιβλίου;
Το κενό είναι πολύτροπο και πολύμορφο, πολλές φορές δεν υποψιαζόμαστε την παρουσία του. Ο τίτλος ήρθε ως αποτέλεσμα ταξιδιών πολλών χρόνων, στα οποία έφτανε διαρκώς στα αυτιά μου ο ήχος της οδηγίας στους σταθμούς των μετρό: mind the gap. Ώσπου αντιλήφθηκα ότι σε πολλά κείμενά μου διαλέγομαι με θέματα κενού. Κενό, για παράδειγμα, είναι η βία. Κενό είναι η φτώχεια, η εξουσιαστική ενότητα, ο φονταμενταλισμός. Αλλά όλα αυτά τα κενά μοιάζουν αδύναμα ή ελάχιστα μπροστά στο οριστικό κενό, το οποίο είναι ο θάνατος του ανθρώπου, η απώλεια, η φθορά, ο πόνος που προηγούνται του θανάτου. Συνεπώς, το κενό είναι η πραγματικότητα που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να ανθίσει. Οτιδήποτε μας κάνει να απομακρυνόμαστε από την πραγματική ζωή, την αγάπη, τη φιλία, την αλληλεγγύη, τον σεβασμό, τη δημοκρατία. Είναι αυτό που καταπίνει στο τέλος τη συλλογική δράση του ανθρώπου. Ή να το πω αλλιώς, αυτό που αδρανοποιεί τον άνθρωπο.
Άρα είναι εξ ορισμού κάτι κακό το κενό;
Η αρχική θεώρηση είναι ότι το κενό είναι ένα πρόβλημα, μια άβυσσος, ένα χάος. Γι’ αυτό προειδοποιούν τα σήματα στο μετρό, διότι συμβαίνουν ατυχήματα από ανθρώπους που βρίσκονται στο κενό. Κοιτάξτε όμως και την άλλη πλευρά και αυτή είναι η δική μου διάθεση, να δούμε το κενό ως μια πραγματικότητα η οποία, παρ’ όλη τη χαοτική διάστασή της και την επικινδυνότητα, μπορεί να δώσει και τη δυνατότητα κίνησης εντός της ζωής των ανθρώπων και των κοινωνιών. Αν δεν υπήρχε το κενό ανάμεσα στον συρμό και την αποβάθρα, θα μπορούσε να κινηθεί ο συρμός; Σε καμία περίπτωση. Θα μιλούσαμε για ακινητοποίηση. Πράγμα που σημαίνει ότι και αυτό το κενό, το χαοτικό, έχει μια δύναμη λειτουργικότητας και νόημα. Στη χριστιανική παράδοση, το κενό ίσως είναι το σημείο από το οποίο ανθίζει η προσδοκία της ζωής και αναφέρομαι στο κενό μνημείο. Πηγαίνουν οι μαθητές να βρουν το μνήμα, να βρουν τον Χριστό, και το μνημείο είναι ανοιχτό και κενό, διότι έχει αναστηθεί ο Χριστός. Άρα το κενό μνημείο είναι και μια σήμανση για τη χριστιανική ζωή της προοπτικής των εσχάτων. Με ανάλογο τρόπο αντιμετωπίζουν το κενό και στον χώρο της ποιητικής σκέψης. «Ο ένας να μιλάει για έναν μάρτυρα / και ο άλλος να απαντάει για έναν ποντικό / Ο ένας να μιλάει για έναν άγιο / κι ο άλλος να απαντάει για έναν σκύλο / και είναι τότε που μέσα στη μαυρίλα / είδα τον ποιητή ολομόναχο / και γύρω του να λάμπει το κενό», γράφει ο Μίλτος Σαχτούρης, περιγράφοντας την τραγωδία των ανθρώπινων κοινωνιών, της ασυνεννοησίας, της αδυναμίας μιας κοινής συμπόρευσης. Ο ποιητής είναι αυτός που βλέπει αυτά που οι άλλοι δεν βλέπουν.
Σε μια εποχή η οποία ασφυκτιά από πληροφορία, από την εισβολή της τεχνολογίας, από παγκόσμιες εξελίξεις, θα έλεγε κανείς ότι ο άνθρωπος θα έπρεπε να είναι πολύ γεμάτος.
Αυτή είναι μια ψευδαίσθηση. Το πολύ δεν είναι πάντα και το μείζον. Στο Ευαγγέλιο διαβάζουμε ότι ενός πράγματος έστιν χρεία και αυτό είναι το πρόσωπο του Χριστού. Αλλά και στην κοινωνία μπορεί να έχουμε τα πάντα, αλλά να μην είμαστε τίποτα. Έχοντας τα πάντα ο εαυτός μας να αδειάζει συνεχώς. Δηλαδή αυτή η πρόσθεση να είναι μια αφαίρεση, και είναι η αφαίρεση του νοήματος. Ζούμε σε μια εποχή όπου ο άνθρωπος προσπαθεί να κινηθεί ανάμεσα στον θυμό που δημιουργεί, ας το πούμε, η εξουσία των ελίτ και από την άλλη πλευρά το τέρας του λαϊκισμού. Βρισκόμαστε με τα χέρια μας τραβηγμένα από τη μια και την άλλη πλευρά με έναν προκρούστειο τρόπο.
Και εδώ πώς τοποθετείται η Εκκλησία; Μπορεί η Εκκλησία να μην ενσωματώνει τα δεδομένα της εποχής;
Η Εκκλησία πάντοτε ήταν ένα σώμα το οποίο ανοιγόταν στον κόσμο, ήδη από τη σάρκωση του Λόγου, του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος. Αναφέρομαι στην ενανθρώπιση, τη γέννηση του Χριστού. Αυτό κάνει η Εκκλησία. Η ενσάρκωση του Λόγου είναι μια πρόσληψη του κόσμου. Η Εκκλησία οφείλει να προσλαμβάνει τον κόσμο με σκοπό την αλλαγή και την προφύλαξή του από τη φθορά της ιστορίας. Αλλιώς κινδυνεύει να μετατραπεί σε σέκτα. Δεν είναι υποχρεωμένη η Εκκλησία κάθε φορά να προσλαμβάνει αποδεκτικά, δηλαδή να αποδέχεται τις αλλαγές του κόσμου, αλλά οφείλει να τις γνωρίζει και να τις κρίνει δημιουργικά, προκειμένου να συμπορεύεται μαζί με αυτόν τον κόσμο και υπέρ της του κόσμου ζωής. Στη λειτουργική μας παράδοση υπάρχει η Εκκλησία προκειμένου να δημιουργεί συνεχώς ένα ανανεωμένο «μαζί».
Η ποίηση διαποτίζει όλο το βιβλίο σας. Πώς βλέπετε τον διάλογο με την ποίηση;
Η ποιητική πάντα είναι μία μάχη με το χάος. Όταν αναφέρομαι στην ποιητική, δεν αναφέρομαι στη δημιουργία ποιήματος, αλλά σε κάθε μορφή δημιουργίας. Απέναντι στο χάος, η μόνη αντίσταση που μπορεί να έχει ο άνθρωπος είναι η αντίσταση της δημιουργικότητας.
Ένα από τα προβλήματα της εποχής μας είναι ότι προσπαθούμε να αντισταθούμε καταστρέφοντας. Είναι το βούτυρο στο ψωμί των εξουσιών, η καταστροφή, διότι μπορούν με αυτόν τον τρόπο να διαχειρίζονται τις μάζες. Όποιος καταστρέφει αποδεικνύεται ως μέλος μιας διαδικασίας μαζοποίησης. Οι εξουσίες αυτό θέλουν: την κατάργηση του προσώπου. Γιατί το πρόσωπο μπορεί να αντιστέκεται, να δημιουργεί, να επαναστατεί. Γι’ αυτό και ενώ ζούμε σε μια εποχή που πολλοί μιλούν για ερωτικότητα, εγώ θεωρώ ότι αυτή η εποχή μας έχει βυθίσει στο ανέραστο, διώκοντας συστηματικά το σώμα και τη μοναδικότητα. Όταν κανείς τα αποδέχεται αυτά όμως, αποδέχεται και την προοπτική την εσχατολογική. Δηλαδή ότι εγώ δεν τελειώνω εδώ, αλλά έχω μια πορεία, δεν είμαι αναλώσιμος με ημερομηνία λήξης, αλλά έχω μια προοπτική εσχάτων.
Οι δυνατότητες επικοινωνίας στην εποχή μας έχουν πολλαπλασιαστεί και είναι διαθέσιμες σε όλους. Πώς μένει χώρος για το κενό;
Για την αίσθηση αυτή ευθύνεται η άνεση με την οποία συμμετέχουμε στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Παρότι εκεί σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζεται το πρόσωπο, η λειτουργία μας εντός αυτών των μηχανισμών είναι απρόσωπη. Με μικρά κείμενα, μικρά συνθήματα προσπαθεί ο καθένας να επηρεάσει τον κόσμο ή να δώσει λύσεις στα προβλήματα αυτού του κόσμου. Ο καθένας μας έχει μια άποψη την οποία με επιθετικό τρόπο και με βία, βία σώματος ή βλέμματος, προσπαθεί να μεταφέρει στους άλλους. Και έτσι δημιουργείται χάος και σύγχυση. Σήμερα βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας Βαβέλ, κατά την άποψή μου. Στη Βαβέλ υπήρξε σύγχυση γλωσσών. Δηλαδή αδυναμία συνεννόησης.
Εντέλει η πολυγλωσσία δεν γεννά πολυφωνία;
Η πολυγλωσσία είναι πολύ όμορφο πράγμα, αλλά όταν μιλάμε με τους υπόλοιπους θα πρέπει να μιλούμε την κοινή μας γλώσσα. Ένα από τα κείμενα του βιβλίου, έχει τον τίτλο «Πόσες γλώσσες μιλάει ο Θεός;» Όπου ουσιαστικά θέλω να πω ότι ο Θεός αποκαλύπτεται σε κάθε γλώσσα, σε κάθε εποχή και σε κάθε ιστορικό περιβάλλον. Αλλά πρέπει αυτή τη γλώσσα να μπορούμε να τη μοιραζόμαστε με τους άλλους. Και η τέχνη αποκαλύπτει Θεό και η επιστήμη αποκαλύπτει Θεό. Και η καθημερινή μας ζωή αποκαλύπτει τον Θεό. Τα πάντα διηγούνται δόξαν Θεού. Διαβάζουμε και στη βιβλική μας παράδοση Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού. Έλεγε βέβαια ο μακαριστός δάσκαλός μου Νίκος Ματσούκας, ότι για κάποιους οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, για κάποιους δεν διηγούνται τίποτα, διότι είναι αποτέλεσμα αίσθησης και αισθητηρίων. Πρέπει κανείς να έχει τα μάτια για να βλέπει την αποκάλυψη. Είναι θέμα βλέμματος.
Παρουσίαση στο Ολύμπιον
Tο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, η Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης και οι Εκδόσεις Αρμός διοργανώνουν την παρουσίαση του βιβλίου του Χρυσόστομου Σταμούλη
«Mind the Gap. Κείμενα για μια θεολογία στο ύψος της αγάπης» σήμερα Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025 και ώρα 19.00 στο Ολύμπιον – Αίθουσα «Παύλος Ζάννας».
Χαιρετισμό θα απευθύνει η Ελίζ Ζαλαντό, Γενική Διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Φιλόθεος, ο Ορέστης Ανδρεαδάκης, Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η Θούλη Μισιρλόγλου, Καλλιτεχνική Διευθύντρια του MOMus-Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και ο συγγραφέας Χρυσόστομος Σταμούλης. Συντονίζει ο Χρήστος Δόκαλης.