Επιπτώσεις των δασμών από την Κυβέρνηση Τραμπ

19.03.2025 | 08:00
Ντόναλντ Τραμπ / Φωτογραφία Αρχείου
/Shutterstock

Οι ανακοινώσεις, μέχρι σήμερα, της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ παραβιάζουν τα τρία θεμελιώδη της οικονομικής πολιτικής: Η οικονομική πολιτική πρέπει α) να αντιμετωπίζει συγκεκριμένα προβλήματα, β) να μην δημιουργεί στρεβλώσεις (distortions) στην οικονομία  και γ) να μην δημιουργεί πρόσθετη αβεβαιότητα στο οικονομικό περιβάλλον. 

Αν ξεκινήσουμε από το τρίτο θεμελιώδες, η μέχρι σήμερα πολιτεία της νέας κυβέρνησης Τράμπ έχει αυξήσει σε σημαντικό βαθμό την αβεβαιότητα, όχι μόνο στην οικονομία των  ΗΠΑ, αλλά και στην παγκόσμια οικονομία. Αποτέλεσμα της αυξημένης αβεβαιότητας είναι οι έντονες διακυμάνσεις στις χρηματαγορές. Όμως, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, η αβεβαιότητα αυξάνει την επιφυλακτικότητα των επιχειρήσεων σχετικά με νέα επενδυτικά σχέδια. Το πιθανότερο είναι να αναβληθούν για ορισμένο χρονικό διάστημα αυτά τα σχέδια με κίνδυνο την επιτάχυνση της ύφεσης στην διεθνή οικονομία. Επιπλέον, εν όψει της πιθανής αύξησης των τιμών λόγω των δασμών, να επιταχυνθούν οι αγορές προϊόντων με περαιτέρω επιβάρυνση του εμπορικού ισοζυγίου των ΗΠΑ. Το ίδιο φαινόμενο μπορεί να παρατηρηθεί και στις οικονομίες που αναμένεται να επιβάλλουν νέους δασμούς. Τέλος, η αβεβαιότητα αντανακλάται στον δείκτη του καταναλωτικού κλίματος του University of Michigan (ραγδαία μείωση το 57,9 αυτόν τον μήνα) που επηρεάζει τις αποφάσεις των καταναλωτών και τουλάχιστον στις ΗΠΑ είναι και προάγγελος ύφεσης ή ανάπτυξης.

Ποια προβλήματα στοχεύει να λύσει η νέα πολιτική των ΗΠΑ; Άμεσα, όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος της χώρας, στόχος είναι η εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου. Αυτό είναι όντως βασικό πρόβλημα για μια οικονομία. Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου των ΗΠΑ ανήλθε στα 918 δισ. δολάρια το 2024, μια ανησυχητική εξέλιξη για την οικονομία. Όμως εάν δούμε συνολικά το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών, θα διαπιστώσουμε ότι οι ΗΠΑ είναι πλεονασματική στο ισοζύγιο των υπηρεσιών καθώς το 31,68% των συνολικών εξαγωγών της χώρας αφορά τις υπηρεσίες. Το ισοζύγιο των υπηρεσιών ήταν θετικό καλύπτοντας πάνω από το ήμισυ του εμπορικού ελλείμματος και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ως προς το ΑΕΠ των ΗΠΑ ήταν 3,01% το 2024. Εάν, λοιπόν, το πρόβλημα είναι το εμπορικό ισοζύγιο, αυτό μπορεί να λυθεί με την επιβολή δασμών; Ή μήπως το πρόβλημα είναι διαρθρωτικό καθώς η οικονομία των ΗΠΑ εξελίχθηκε σε οικονομία των εξαγωγής υπηρεσιών κατά τις τελευταίες δεκαετίες; Επομένως η επιβολή των δασμών δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα των ΗΠΑ πάρα μόνον βραχυχρόνια. 

Ας έλθουμε στο δεύτερο θεμελιώδες της οικονομικής πολιτικής, δηλαδή να μην προκαλεί περισσότερες στρεβλώσεις σε σχέση με το πρόβλημα που προσπαθεί να αντιμετωπίσει. Ο δασμός είναι ένας φόρος που επιβαρύνει την κατανάλωση, όταν επιβάλλεται στα τελικά προϊόντα που αγοράζουν οι καταναλωτές, και την παραγωγή, όταν επιβάλλεται στα ενδιάμεσα αγαθά που χρησιμοποιούνται στην  παραγωγή άλλων αγαθών, πχ ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Ήδη έχουμε πολλές μελέτες, που αφορούν την προηγουμένη θητεία του Τράμπ. Αυτές αποδεικνύουν ότι η επιβολή εκεινών των δασμών, που επιβλήθηκαν σε έναν όγκο εμπορικών συναλλαγών ύψους 340 δισεκατομμυρίων, μείωσε μόνιμα το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 0,25% και τις μόνιμες θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης κατά 170.000. Δηλαδή, αυτό το 0,25% και οι αντίστοιχες θέσεις εργασίας χάθηκαν για πάντα στις ΗΠΑ. Εάν δε λάβουμε υπόψη μας ότι οι δασμοί που έβαλαν και πρόκειται να βάλουν οι ΗΠΑ σήμερα αφορούν εμπόριο ύψους 1,4 τρισεκ. δολαρίων αντιλαμβανόμαστε ότι το κόστος για τις ΗΠΑ θα είναι σημαντικά υψηλότερο. Υπολογίζεται ότι θα χαθούν μόνιμα το 0,65% του ΑΕΠ και περίπου 600.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.  Επιπλέον, η επιβολή των δασμών προβλέπεται να προκαλέσει και μείωση του αποθέματος κεφαλαίου της οικονομίας των ΗΠΑ κατά 0,5% μονίμως, γεγονός που θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην οικονομία. 

Ως προς τους δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο να σημειώσουμε ότι αντιστοιχούν 80 θέσεις εργασίας στους κλάδους που χρησιμοποιούν τις δύο πρώτες ύλες σε μια θέση στους κλάδους παραγωγής αυτών των υλών. Καταλαβαίνει αμέσως ο αναγνώστης, ότι το κόστος παραγωγής στο σύνολο σχεδόν των προϊόντων που χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη τον χάλυβά και το αλουμίνιο και αγοράζουν οι καταναλωτές θα αυξηθεί και οι καταναλωτές θα πληρώνουν υψηλότερες τιμές. Για παράδειγμα, στην προηγουμένη θητεία Τράμπ, η τιμή που πλήρωσαν οι καταναλωτές για τα πλυντήρια και στεγνωτήρια αυξήθηκε κατά 86-96$ κατά μέσο όρο, λόγω των δασμών στον χάλυβα και αλουμίνιο. Τέλος, να σημειώσουμε ότι, με βάση τις προβλέψεις, η πολιτική αυτή αναμένεται να προκαλέσει μείωση του εισοδήματος μετα από φόρους σε όλες τις εισοδηματικές κατηγόριες του πληθυσμού κατά 1,7-2,2%. Είναι όμως ενδιαφέρον, ότι η αρνητική επίδραση στο εισόδημα του πλουσιότερου 1% του πληθυσμού θα είναι μικρότερη από τις υπόλοιπες τάξεις! 

Όμως η επιβολή των δασμών δεν θα έχει μόνο αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία των ΗΠΑ διότι αναμένεται  να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα. Με βάση τον όγκο του εμπορίου των 1,4 τρισεκ. δολαρίων, τα επιπλέον φορολογικά έσοδα αναμένεται να κυμανθούν μεταξύ 230-265 δισεκ. Δολαρίων, γεγονός που θα ελαφρύνει και το δημοσιονομικό έλλειμμα. Όμως ο δασμός είναι έμμεσος φόρος και γνωρίζοντας ότι ο έμμεσος φόρος επιβαρύνει περισσότερο τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα, σε σχέση με τα αντίστοιχα με το υψηλότερο εισόδημα, αναμένεται μια επιπλέον επιβάρυνση της ανισοδιανομής του εισοδήματος στις ΗΠΑ εις βάρος των ασθενέστερων.

Βέβαια, ήδη οι χώρες των οποίων τα προϊόντα επιβαρύνονται με δασμούς κατά την είσοδο τους στην οικονομία των ΗΠΑ ξεκίνησαν να ανταποδίδουν με επιβολή δασμών στα προϊόντα των ΗΠΑ. Επομένως, βαδίζουμε σε μια περίοδο οιονεί εμπορικού πολέμου, που ενδέχεται οδηγήσει σε μείωση του διεθνούς εμπορίου τόσο των τελικών προϊόντων όσο και των ενδιάμεσων αγαθών, πλήττοντας τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. Η ύφεση, η μείωση των εισοδημάτων και της οικονομικής ευημερίας θα είναι το αποτέλεσμα. 

Κλείνοντας, να σημειώσουμε ότι κατά την προηγούμενη θητεία Τραμπ, οι ανταποδοτικοί δασμοί επιβλήθηκαν σε προϊόντα των ΗΠΑ που παράγονται σε πολιτείες στις οποίες κυριαρχούσε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα του Τράμπ. Όπως διαφαίνεται, το ίδιο μάλλον θα ισχύσει και στην τρέχουσα περίοδο, με αποτέλεσμα να πληγούν οικονομικά αυτές οι πολιτείες, με σημαντική επίπτωση στις ενδιάμεσες εκλογές του 2026, όπως εξάλλου συνέβη και με τις προεδρικές εκλογές του 2020. 

*Ο Νίκος Χ. Βαρσακέλης είναι καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ

Νίκος Χ. Βαρσακέλης