Γράφει ο Εμμανουήλ Βλαχογιάννης
Καθίσταται ολοένα και εμφανέστερο ότι η σταδιακή ανάδυση ενός πολυπολικού κόσμου υποχρεώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ριζική αναπροσαρμογή της στρατηγικής της προσέγγισης αναφορικά με τη θέση της σ' αυτόν.
Η επίκληση οικουμενικών αξιών και η επιβολή ενός υποτιθέμενα ισχύοντος Διεθνούς Δικαίου, όσο ελκυστικά προτάγματα από ηθική άποψη και να είναι αυτά, δίνει τη θέση της στην αρχή της ισορροπίας δυνάμεων. Υπό τις συνθήκες αυτές, για να είναι ο κόσμος ασφαλέστερος, είναι απαραίτητη μια ενεργός διπλωματία που για να είναι αξιόπιστη πρέπει να συνοδεύεται από εθνική -και στην περίπτωσή μας από ευρωπαϊκή- ισχύ, που συνεπάγεται μεταξύ των άλλων υψηλή αμυντική ικανότητα, για την απόκτηση της οποίας πρέπει να κατανεμηθούν πόροι. Οι κατανεμόμενοι αυτοί πόροι αποσπώνται τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα από άλλους οικονομικούς τομείς και πρέπει να τοποθετηθούν αποδοτικά για να μην αποτελέσουν μακροπρόθεσμα αβάσταχτο βάρος για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και τις οδηγήσουν σε ενδόρρηξη και κατάρρευση. Έχοντας αυτήν την αφετηρία θεωρώ ότι εάν η συζήτηση που ήδη ξεκίνησε περιοριστεί μόνο στο ύψος των κονδυλίων που θα διατεθούν και στις μεθόδους κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών και οδηγήσει στην ανάλογη λήψη σχετικών αποφάσεων τα αποτελέσματα θα υπολείπονται των προσδοκιών για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της ΕΕ, τα δε οικονομικά προβλήματα που θα προκύψουν δεν θα είναι αμελητέα και πιθανότατα θα αποκτήσουν έναν εμμένοντα χαρακτήρα.
Εάν η αύξηση των αμυντικών δαπανών χρηματοδοτηθεί μέσω μιας πρόσθετης φορολογικής επιβάρυνσης που θα επιβληθεί στα πραγματικά εισοδήματα των πολιτών της ΕΕ, οι συνέπειες που θα προκύψουν για το ύψος της ενεργού ζήτησης που κατευθύνεται σε άλλους τομείς της οικονομίας είναι προφανείς. Αναρωτιέται κανείς εάν στην περίπτωση αυτή το άθροισμα των άμεσων και έμμεσων (λόγω της εμφάνισης πολλαπλασιαστικών επιπτώσεων σε άλλους τομείς) θετικών επιδράσεων θα εξουδετερώσει ή θα υπερκαλύψει το άθροισμα των άμεσων και έμμεσων αρνητικών επιδράσεων στους άλλους τομείς. Πιθανότερο όμως είναι το ενδεχόμενο το άθροισμα των θετικών να υπολείπεται του αθροίσματος των αρνητικών επιδράσεων, οπότε εγκαθίστανται έντονες υφεσιακές τάσεις στην οικονομία της ΕΕ. Προφανώς το ενδεχόμενο αυτό δεν είναι δημοφιλές και γι' αυτό ούτε και πολιτικά αποδεκτό.
Απομένει η συζητούμενη πλέον έκδοση δημοσίου χρέους για τη χρηματοδότηση των πρόσθετων σημαντικότατων αμυντικών δαπανών. Θα πρέπει επιπροσθέτως να ληφθεί υπόψη ότι το συσσωρευμένο δημόσιο χρέος των χωρών μελών της ΕΕ είναι πια αρκετά υψηλό και κυρίως ανισομερώς κατανεμημένο ανάμεσα σ' αυτές. Επιπροσθέτως για την αντιμετώπιση των οικονομικών πιέσεων που προέκυψαν από την πανδημία ήδη έχει εκδοθεί από κοινού δημόσιο χρέος ίσως καθ' υπέρβαση έστω και θεμιτή του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου. Τα θεσμικά προβλήματα που αναφύονται δεν είναι αμελητέα, ενώ και οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό δεν πρέπει να αγνοηθούν. Ήδη η ΕΚΤ αφήνει να εννοηθεί ότι θα ανακόψει την πορεία αποκλιμάκωσης των επιτοκίων επικαλούμενη τον υπαρκτό κίνδυνο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού. Οι επόμενες εβδομάδες θα δείξουν αν οι ηγέτες των χωρών μελών της ΕΕ έχουν το σθένος και την κατανόηση των λοιπών πολιτικών δυνάμεων να δρομολογήσουν την αναγκαία πια στρατηγική για περαιτέρω δημοσιονομική εμβάθυνση. Δυστυχώς το πολιτικό αυτό παιχνίδι έχει αβέβαια έκβαση, δεδομένων των συνθηκών στο ευρωπαϊκό και στα εθνικά επίπεδα και καθιστά και πάλι επίκαιρη τη φράση του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ, ότι η Ευρώπη κινδυνεύει από το εσωτερικό της.
Οι πόροι πρέπει να τοποθετηθούν αποδοτικά. Εάν η άμυνα δεν ήταν ένα αυθεντικό συλλογικό αγαθό, η αποτελεσματική λειτουργία της Αγοράς θα ήταν αρκετή για τη διασφάλιση της αμυντικής ικανότητας μόνο με την κινητοποίηση κονδυλίων για τη χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών. Όμως αυτό δεν συμβαίνει, η άμυνα συνιστά ένα αυθεντικό συλλογικό αγαθό και για τον λόγο αυτόν απαιτεί έναν απαραίτητο συντονισμό για την παραγωγή του αγαθού αυτού. Η οικονομική θεωρία το επικαλείται και τα ιστορικά παραδείγματα το υποστηρίζουν. Θα σταθώ μόνο στην εμπλοκή της Επιστήμης και της Τεχνολογίας, αναφερόμενος στην ιστορική εμπειρία των ΗΠΑ κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι πολεμικές επιτυχίες των ΗΠΑ στον πόλεμο αυτό είναι στενά συνδεδεμένες με τη θεσμική κατοχύρωση της Επιστήμης και της Τεχνολογίας ως κυρίαρχων συντελεστών της πολεμικής προσπάθειας, που αποτυπώθηκε με τη συγκρότηση πριν ακόμη την είσοδο στον πόλεμο της Εθνικής Επιτροπής για την Έρευνα στην Άμυνα και του Γραφείου Επιστημονικής Έρευνας και Ανάπτυξης, των οποίων επικεφαλής ήταν ο μηχανικός και εφευρέτης Vannevar Bush. Με τη συνδρομή των James Conant, προέδρου του Harvard και του Karl Compton, προέδρου του MIT, συντόνισε επιτυχώς το έργο 6.000 επιστημόνων, πολλοί εξ αυτών διωχθέντες από τον Ναζισμό και Φασισμό στην Ευρώπη, ώστε να αποκτήσουν υπεροχή τα αμερικανικά στρατεύματα στα πεδία των μαχών.
Μακάβριο και ηθικά απεχθές, γιατί η υπεροχή στα πεδία των μαχών δεν είναι τίποτε άλλο παρά το αποτέλεσμα της ενισχυμένης παραγωγικότητας κατά την προσπάθεια επιβολής επί του εχθρού, που συνεπάγεται την εξόντωση ανθρώπων. Αυτός όμως είναι ο πολυπολικός μας κόσμος και σ' αυτόν δυστυχώς έχει εφαρμογή το ρητό των Λατίνων, εάν θέλεις ειρήνη προετοιμάσου για πόλεμο. Η ΕΕ πρέπει να κατανοήσει τα ιστορικά διδάγματα και να προχωρήσει στη διατύπωση ενιαίας αμυντικής στρατηγικής και να λάβει τα απαραίτητα θεσμικά και οργανωτικά μέτρα που οδηγούν στην ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας.
*Ο κ. Εμμανουήλ Βλαχογιάννης είναι επιχειρηματίας στον κλάδο του Εμπορίου και επίτιμος πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ) με σπουδές στις Οικονομικές Επιστήμες και τη Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Ρουρ - Μπόχουμ της Γερμανίας, καθώς και μεταπτυχιακές σπουδές στην Επιχειρησιακή Έρευνα στην Ανώτατη Τεχνική Σχολή της περιοχής Ρήνου-Βεστφαλίας.