Σ. Βουγιας

«Πιο κοντά από ποτέ η θαλάσσια αστική συγκοινωνία» - Οι 6 στάσεις, το κόμιστρο και η προοπτική επέκτασης σε Χαλκιδική και Πιερία

15.03.2025 | 08:00
Σε μία πόλη όπου ο ελεύθερος δημόσιος χώρος έχει περιοριστεί σημαντικά, η Θεσσαλονίκη αναζητά τρόπους επανένταξης στο «ενεργό» παιχνίδι του αστικού σχεδιασμού μέσω της αξιοποίησης της θάλασσας.

Η ιδέα της Θαλάσσιας Αστικής Συγκοινωνίας έχει τις «ρίζες» της πριν από σαράντα χρόνια περίπου, όμως πλέον παίρνει νέα πνοή υπό την πρωτοβουλία της δημοτικής αρχής του Στέλιου Αγγελούδη.

Ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου, συγκοινωνιολόγος και πρώην υφυπουργός Υποδομών, Σπύρος Βούγιας, μιλά στα «Μακεδονικά Νέα» για το εν λόγω εγχείρημα, επισημαίνοντας πως η Θαλάσσια Αστική Συγκοινωνία μπορεί να λειτουργήσει ως επέκταση του ζωτικού δημόσιου χώρου της πόλης, ως μέσο μετακίνησης που δίνει ανάσα στην καθημερινότητα των κατοίκων, καθώς και να βοηθήσει στην αποκατάσταση της διαχρονικής σχέσης της Θεσσαλονίκης με τη θάλασσα, η οποία, όπως ο ίδιος αναφέρει, έχει διακοπεί εδώ και αρκετό καιρό.

Το δίκτυο που προτείνεται θα περιλαμβάνει συνολικά τις εξής έξι στάσεις: Πλατεία Ελευθερίας, Δημαρχείο, Ποσειδώνιο (Μέγαρο Μουσικής), Μαρίνα Καλαμαριάς, Αεροδρόμιο και Νέοι Επιβάτες.

Η επιλογή και ο σχεδιασμός των στάσεων αυτών καθορίζουν τη λειτουργική δομή του δικτύου, εξυπηρετώντας τους δήμους Θεσσαλονίκης, Καλαμαριάς και Θερμαϊκού, οι οποίοι και υποστηρίζουν το έργο.

Στο εγχείρημα, σύμφωνα με τον κ. Βούγια, συμμετέχουν τυπικά, λόγω των στάσεων του Αεροδρομίου και της Πυλαίας, και οι δήμοι Θέρμης και Πυλαίας - Χορτιάτη. Παράλληλα, υπάρχουν προοπτικές επέκτασης και στον δήμο Δέλτα για σύνδεση με τη δυτική πλευρά της πόλης, από την πλευρά του Καλοχωρίου.

Σύμφωνα με τον κ. Βούγια, «είμαστε πιο κοντά από ποτέ στην τελική φάση υλοποίησης», τονίζοντας πως εντός του φθινοπώρου του τρέχοντος έτους, αναμένεται να υπάρξουν συγκεκριμένες εξελίξεις και ανακοινώσεις για το έργο.

Πώς διασφαλίστηκε η οικονομική βιωσιμότητα

 

Ο κ. Βούγιας τονίζει πως «η Θεσσαλονίκη διαθέτει μια ‘’μνήμη’’ όσον αφορά τις μετακινήσεις και δεν είναι τυχαίο που τώρα αξιοποιεί μέσα μεταφοράς, όπως είναι το Τραμ και η Θαλάσσια Συγκοινωνία, τα οποία μπορούν να επανέλθουν στη σύγχρονη μορφή της».

Ένα από τα κύρια σημεία που επισημαίνει ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης, αφορά την οικονομική βιωσιμότητα του έργου, η οποία έχει επιλυθεί.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η Πολιτεία έχει εξασφαλίσει το κόστος για την κατασκευή των σταθμών και των απαραίτητων υποδομών, ενώ μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων, που σχετίζονται με την κλιματική κρίση και τη μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος, διασφαλίζεται και η χρηματοδότηση των σκαφών, τα οποία θα είναι ηλεκτρικά.

«Αυτό το εγχείρημα, που επί 40 περίπου χρόνια, με απασχολεί επίμονα και είναι το πιο αγαπητό της Θεσσαλονίκης, ‘’σκόνταφτε’’ ως τώρα στα προβλήματα βιωσιμότητας, τα οποία ξεπεράστηκαν. Στην αρχή η Πολιτεία πρόσφερε την κατασκευή των στάσεων, όμως, πρόσφατα συμφώνησε να εντάξει και την αγορά των σκαφών σε χρηματοδοτικά εργαλεία ευρωπαϊκών προγραμμάτων που αφορούν ηλεκτρικά σκάφη. Επομένως, λύθηκε το κρίσιμο πρόβλημα της οικονομικής βιωσιμότητας και έτσι είμαστε, θεωρώ, πιο κοντά από ποτέ στην υλοποίηση αυτού του έργου», σημειώνει χαρακτηριστικά.

 

Η τιμή του κομίστρου

 

Συνεπώς, η λειτουργία τους συγκεκριμένου μέσου συγκοινωνίας καθίσταται οικονομικά βιώσιμη και προσβάσιμη για τους πολίτες, με εκτιμώμενο κόμιστρο γύρω στα 3 ευρώ, το οποίο είναι ανταγωνιστικό σε σχέση με άλλες επιλογές μετακίνησης.

«Για το θέμα της τιμολόγησης του κομίστρου, αυτή η ελκυστική πρόταση θα είναι με ένα λογικό εισιτήριο. Είναι πολύ πιο οικονομικό από τη μετακίνηση με ένα όχημα ΙΧ. Αντίθετα, είναι πιο ακριβό από τη μετακίνηση με τα λεωφορεία, αλλά σε αυτά, όμως, θα πρέπει να υπολογίσει κανείς και το ‘’κόστος’’ του χρόνου. Επομένως, συγκρίνοντας κυρίως το χρόνο διαδρομής της θαλάσσιας με του λεωφορείου -σε συνδιασμό με την οποιαδήποτε πιθανή μετεπιβίβαση- η οποία είναι κοντά στη μία ώρα, με τα είκοσι λεπτά περίπου της θαλάσσιας συγκοινωνίας, η θαλάσσια κερδίζει στη μετακίνηση, που πλέον θα είναι και πιο άνετη και πιο ευχάριστη», αναφέρει ο κ. Βούγιας.

 

Ο ρόλος των υποδομών και ο φορέας του έργου

 

Όπως υπογραμμίζει ο ίδιος είναι ένα συμφέρον έργο από κάθε άποψη.

«Από άποψη αναπτυξιακή, τουριστική, επικοινωνιακή, ιστορική, πολιτισμική. Για τη Θεσσαλονίκη είναι και πολεοδομική με την επέκταση του δημόσιου χώρου. Είναι ένας εναλλακτικός τρόπος, ο οποίος βέβαια δεν λύνει το κυκλοφοριακό πρόβλημα, το οποίο ως ένα βαθμό έχει διευκολυνθεί και με το Μετρό και με τις άλλες παρεμβάσεις της οδικής κυκλοφορίας, αλλά συμπληρώνει ένα φάσμα μέσων μαζικής συλλογικής μεταφοράς για την πόλη που δείχνει ένα διαφορετικό επίπεδο εξυπηρέτησης».

Ο κ. Βούγιας επισημαίνει πως η Εγνατία Οδός, μετά από μια σειρά μελετών που υλοποίησε, θα αναλάβει και την ολοκλήρωση της διαγωνιστικής διαδικασίας για τον ανάδοχο.

«Δεν είναι ένα έργο που τρέχει μόνος του ο δήμος Θεσσαλονίκης. Η Εγνατία Οδός είναι ο φορέας του, με τη συμμετοχή και του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας λόγω της περιβαλλοντικής διάστασης και σημασίας του έργου. Η Εγνατία διασφαλίζει την τεχνογνωσία, τον διοικητικό έλεγχο και τη λειτουργία του συστήματος», τονίζει.

Μελλοντική σύνδεση με Χαλκιδική και Πιερία

 

Πέρα από την εσωτερική σύνδεση της Θεσσαλονίκης, ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου, υπογραμμίζει και τη μελλοντική προοπτική επέκτασης της θαλάσσιας συγκοινωνίας σε γειτονικές περιοχές, όπως η Πιερία και η Χαλκιδική. Οι διαδρομές αυτές αναμένεται να δημιουργήσουν νέες ευκαιρίες μετακίνησης και τουρισμού, επεκτείνοντας το δίκτυο σε περιοχές που σήμερα δεν συνδέονται θαλάσσια.

«Ο δήμαρχος τονίζει, επίσης και την τουριστική διάσταση του έργου, όχι μόνο για το πρώτο δίκτυο αυτό της Αστικής Θαλάσσιας Συγκοινωνίας, αλλά και για μία μελλοντική σύνδεση με την Πιερία και τη Χαλκιδική. Είναι διαδρομές, οι οποίες σε μια δεύτερη φάση θα επεκτείνουν την εξυπηρέτηση του έργου σε γειτονικές περιοχές που σήμερα δεν είναι συνδεδεμένες δια θαλάσσης, όπως είναι τα Μουδανιά για παράδειγμα ή η παραλία Κατερίνης», αναφέρει.

 

Η ανάδειξη του δημόσιου χώρου και τα οφέλη του εγχειρήματος

 

Επιπρόσθετα, ο κ. Βούγιας, επισημαίνει πως η εφαρμογή του έργου, θα συμβάλει ουσιαστικά στην ανάταση του ελάχιστου ζωτικού δημόσιου χώρου που διαθέτει πλέον η πόλη, δίνοντας την ευκαιρία στους κατοίκους να απολαύσουν την ομορφιά της Θεσσαλονίκης από μια διαφορετική οπτική γωνία, αυτήν της θάλασσας. Ειδικά η διαδρομή προς και από το Αεροδρόμιο, θα λειτουργήσει ως εναλλακτική για τους τουρίστες, παρέχοντας μια γρήγορη και ευχάριστη επιλογή μεταφοράς προς το κέντρο.

Όπως αναφέρει ο κ. Βούγιας, «η θέα της Θεσσαλονίκης, όταν επιστρέφει κανείς στην πόλη από τη θάλασσα, είναι η ωραιότερη εικόνα, έτσι όπως απλώνεται νωχελικά στις παρυφές των λόφων από πίσω και αμφιθεατρικά από την Ανατολή έως τη Δύση, αγκαλιάζοντας τον Θερμαϊκό. Είναι το ωραιότερο προφίλ της πόλης, το οποίο πολλοί Θεσσαλονικείς ίσως δεν το έχουν απολαύσει γιατί δεν έχουν ταξιδέψει με κάποιο θαλάσσιο μέσο».

Επιπρόσθετα, τα θαλάσσια μέσα θα είναι πλήρως προσβάσιμα σε ΑμεΑ, καθώς και σε ποδηλάτες.

Παράλληλα, πέραν της απλής μεταφοράς επιβατών, η Θαλάσσια Συγκοινωνία αναμένεται να αντικαταστήσει τις υπάρχουσες μετακινήσεις με συμβατικά πλοία που λειτουργούν κατά τους θερινούς μήνες κυρίως για λόγους αναψυχής, καθώς και να εξυπηρετεί σε καθημερινή βάση τους περίπου 5-7.000 εργαζόμενους που θα φιλοξενεί το συγκρότημα Thess INTEC.

Δημήτρης Ευαγγελίδης